Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

Ψέμα πως Γερμανοί ξανάρχονται...για την ενότητά μας


δεν υπήρξε επί κατοχής
αυτοθέλητη ομόνοια
δίχως την παρέμβαση τρίτων,
όπως των Βρετανών,
που λειτουργούσαν
και ως συνεργάτες των Σοβιετικών
στα συμμαχικά πλαίσια
κατά της αντιγερμανικής πάλης

(η μέρα της Εθνικής Αντίστασης,
25 Νοεμβρίου 1942,
ήταν μια βρετανική πρωτοβουλία, 
που έπεισε τις δύο παρατάξεις
να συνυποστηρίξουν
την ανατίναξη
της γέφυρας του Γοργοπόταμου)

(οι Βρετανοί επιβάλλουν ακόμα και τις εκεχειρίες
στις ενδοανταρτικές συγκρούσεις,
που ξεκίνησαν από τον Μάρτη του 1943,
με πρώτη ανάμεσα στο ΕΑΜ και τον ανεξάρτητο
τότε Σαράφη, που δείχνει ότι δύσκολα
θα γινόταν ανεκτή η διαφορετικότητα ακόμη και των ανένταχτων

Μια μικτή κεντροαριστερή κυβέρνηση του βουνού έγινε
έξι μήνες πριν την απελευθέρωση
αλλά δεν γεννήθηκε το ενωτικό πνεύμα, ώστε μαζί με την κυβέρνηση του Καΐρου
να αποτραπούν τα Δεκεμβριανά

Λευκό ψέμα 
για καλό σκοπό, λοιπόν,
 το όνειρο του Λογοθετίδη 
που έπλασε ο Αλέκος Σακελλάριος,
παρόμοιο ψέμα με τον ανύπαρκτο
συγκρητισμό των αρχαίων Κρητικών,
διεσπαρμένο, πιθανόν, από
κάποιον αντίστοιχο αρχαίο Σακελλάριο.

Είναι προσεκτικός, όμως, στο σενάριο,
 υπονοεί, δεν εκθέτει την ιδέα.
Στο λόγια του Λογοθετίδη
δεν αναφέρεται
ότι νοσταλγεί την κατοχή,
επειδή ήμασταν ενωμένοι
κάτω απ' τον κοινό εχθρό.
Αυτό το κάνουν οι επόμενες
ελληνικές πολεμικές ταινίες
που προωθούν την κατοχική
ιδέα της ενότητας.
Νοσταλγεί την κατοχή,
γιατί τότε, λέει, υπήρχε ελπίδα
και νοήμα να ζεις,
ήμασταν στο σκοτάδι
και περιμέναμε το φως,
ενώ τώρα είμαστε στο φως
και μας τρώει το σκοτάδι.

Αν ξαναρχόντουσαν οι Γερμανοί,
θα μόνοιαζαν οι Σύμμαχοι, 
καπιταλιστές και κομμουνιστές, όχι εμείς.
Και μάλιστα, αναρωτιέται
ο Λογοθετίδης γιατί
χωρίστηκαν σε δύο μπλοκ,
και δεν συνεχίζουν ενωμένοι
για το καλό της ανθρωπότητας;
.....
Ξανάρθαν οι Γερμανοί ως οικονομικοί ηγεμόνες,
αλλά δεν υπήρξε ενότητα και μελέτη 
του φαινομένου.
......
Ξανάρθαν οι Γερμανοί, ως ελληνικά παραπροϊόντα
της γερμανικής υποκουλτούρας,
αλλά ούτε εκεί υπήρξε ενότητα:
Κοινό Μέτωπο κομμουνιστών, σοσιαλδημοκρατών,
φιλελευθέρων, και εν γένει αντιφασιστών
ανεξαρτήτως καταγωγής και χρώματος.

________________________

Οκτώβριο του 1946, ένα εξάμηνο μετά την έναρξη του εμφυλίου,
ανεβαίνει στο θέατρο Κοτοπούλη
το έργο «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» 
των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου,
«σατιρικός εφιάλτης σε 5 πράξεις».
Θέμα «ο ταλαιπωρημένος και συμπιεζόμενος από το φανατισμό των άκρων φιλειρηνικός και φιλήσυχος πολίτης που θέλει να ζήσει και να δημιουργήσει»

Η ουδετερότητα και το μήνυμα εθνικής συμφιλίωσης του έργου ενοχλούν. 
Ο Ριζοσπάστης (που θα κυκλοφορεί παράνομος ένα χρόνο αργότερα) 
καταγγέλλει το έργο
 ως «προδοτικό» και «γραμμένο από τον Τσώρτσιλ», 
ενώ η ΕΣΤΙΑ το κατακεραυνώνει λέγοντας ότι «συγκαλύπτει το ΚΚΕ».

Το 1948, κάτω από χειρότερες συνθήκες, το έργο ανεβαίνει ξανά, αυτή τη φορά στον κινηματογράφο, από τη Φίνος Φιλμ.

του Ευθύμη Δημόπουλου

Εκεί κάνει την πρώτη του εμφάνιση σε ταινία
ο Μίμης Φωτόπουλος
σατιρίζοντας τον ξύλινο λόγο του ΚΚΕ
Γιαυτό και διαγράφηκε από το κόμμα
τη στιγμή που κατά τα Δεκεμβριανά είχε καεί το σπίτι του,
και ο ίδιος εξορίστηκε στην Αίγυπτο
σε άλλη πηγή
(Φώτου Λαμπρινού, «Παλαμηδίου 10») αναφέρεται
ότι κινδύνευσε να διαγραφεί,
πάντως, ό,τι και να 'γινε,
δεν ξανασχολήθηκε ενεργά 
με τα πολιτικά

το νόημα του λόγου μέσα στο έργο είναι 
ότι «ακόμα κι αν οι Γερμανοί ξανάρθουνε
για τους αγωνιστές και πατριώτες
προέχει πάντα ο αντικαπιταλισμός»

Δεν είναι, όμως, το μοναδικό σημείο σάτιρας
σε κούφια ρητορεία.
Ενώ η παρέα ακούει κρυφά ραδιόφωνο
δέχονται τα συγχαρητήρια από το Λονδίνο
στο γενναίο έθνος των Ελλήνων,
που μετά τον πόλεμο θα καταστεί μεσογειακή δύναμις,
ενώ η Μόσχα κηρύσσει πως θα τιμωρήσει αυστηρά
τη Βουλγαρία για την αξονική στάση της

Τότε, το ΚΚΕ και οι Μεγάλες Δυνάμεις
(«που μας αδίκησαν»)
φαίνονται ευκολότεροι στόχοι
για τους παραγωγούς κειμένων,
σε σχέση με τους θεσμούς της εθνικοφροσύνης.
Θα μπορούσε να είχε ξαναγραφτεί 
κατά τη μεταπολίτευση
με πρόσθετους χαρακτήρες.

εδώ ολόκληρη η ταινία
και σε τηλεοπτικό θέατρο το 1977
με πρόλογο του Αλέκου Σακελλάριου


Τέλος, δυο παράγραφοι 
σχετικά με την ταινία από τον Γιώργο Ανδρίτσο, που έχει γράψει τη μελέτη
«Η Κατοχή και η Αντίσταση στον Ελληνικό Κινηματογράφο 1945-1966»


Η αποσιώπηση της ΕΑΜικής αντίστασης ξεκινά µε τις πρώτες ταινίες που γυρίστηκαν µετά την απελευθέρωση. Στην ταινία «Οι Γερµανοί ξανάρχονται» του Αλέκου Σακελλάριου παρουσιάζεται έστω και µε τη µορφή της διακωµώδησης ο ρόλος της Αριστεράς στην Κατοχή, ενώ γίνεται µια από τις ελάχιστες αναφορές στις αλληλοκατηγορίες για προδοσία και τις συγκρούσεις ανάµεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις της Αριστεράς και της ∆εξιάς. Ωστόσο όταν γυρίστηκε η ταινία ο Εµφύλιος µαινόταν και µόνο µε τη διακωµώδηση θα µπορούσε να γίνει αναφορά στην Αριστερά, όταν χιλιάδες αριστεροί βασανίζονταν στις φυλακές και στο κολαστήριο της Μακρονήσου. Στην ταινία γίνεται η πρώτη αναφορά στις συγκρούσεις µετά την απελευθέρωση που γενικεύτηκαν µε τον Εµφύλιο. Είναι η µοναδική ταινία για πολλά χρόνια που έθιξε το ζήτηµα των εµφύλιων συγκρούσεων, θέµα-ταµπού για τον «παλιό» ελληνικό κινηµατογράφο. Πραγµατικά πάντως µε τη συγκεκριµένη ταινία ξεκινά η σατιρική παρουσίαση των αριστερών που συναντάµε αργότερα σε πολλές ταινίες. 

Με τη συγκεκριμένη ταινία ξεκινά η σατιρική παρουσίαση των αριστερών που συναντάμε αργότερα σε πολλές ταινίες. Ο μονόλογος του αριστερού «πατριώτη» που θα οδηγήσει τους ήρωες στο «βουνό», ο Μίμης Φωτόπουλος, που αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν από τον χώρο της Αριστεράς, θυμίζει μάθημα εκλαϊκευμένου μαρξισμού, όμως ο σκηνοθέτης τραβάει τα πράγματα στην υπερβολή και γελοιοποιεί τον κομματικό καθοδηγητή. Ο λόγος της Αριστεράς παρουσιάζεται γεμάτος κλισέ και τσιτάτα. «[…] Οι αστοί περνώντας από τη δράση στην αντίδραση έγιναν άβουλα και αθέλητα όργανα του διεθνούς κεφαλαιοκρατικού τραστ που δόθηκε πλέρια στις σκοτεινές επιδίωξες της συνειδητά ασυνείδητης ολιγαρχικής αντίδρασης. Ο εικοστός αιώνας, αιώνας βασικών μεταρρυθμίσεων, θα διαφοροποιήσει τις παλαιοαστικές αντιλήψεις. Ατράνταχτο επιχείρημα και αυταπόδειχτη απόδειξη είναι η αφύπνιση της μάζας από το λήθαργο στη γενική γραμμή μίας καινούριας κατεύθυνσης […]». Είναι ένας λόγος που δεν παράγει νόημα, επιτρέποντας στον πρωταγωνιστή, τον Βασίλη Λογοθετίδη, να σχολιάσει: «[...] Μπας και κάνεις λάθος, γιατρέ; Μήπως μπερδεύεις τον τρελό με τον πατριώτη;» και προκαλεί το γέλιο του κοινού.


2 σχόλια: