Τετάρτη 24 Απριλίου 2019

«Όραμα στο Βουνό με τις Ελιές»



Ποιος νύχτα μπήκε μες στον πλανήτη;
Ειν' ο πατέρας με το παιδί.
Το 'χει στα στήθια του και το χαϊδεύει
για να μπορέσει να σταυρωθεί.

—Παιδί μου, τι έκρυψες το πρόσωπό σου;
—Πατέρα, φάνηκε ο Αιμαίτης Λαός,
έχει ποτήρι, μαχαίρι εμπρός μου·
—Ομίχλη απλώνει ο φόβος σου.

—Παιδί μου, αίμα δώσε για μένα,
κι εγώ με μιας, σε κάνω Θεό,
περίσσιες χώρες έχει η σφαίρα,
να σε λατρεύουν παντοτινό.

—Ακούς, πατέρα, ακούς τι λέει;
Θεό με θέλει ο Αιμαίτης Λαός·
—Παιδί μ', ησύχασε, τ' αέρι πνέει
από τα φύλλα ο πειρασμός.

—Παιδί μου, έλα, τι σε τρομάζει;
θα 'χεις τη Δόξα παντοτινά,
που όταν ο πόνος θα σου περάσει,
θα σε δοξάσει η Ανθρωπιά.

—Πατέρα, άκου! δεν βλέπεις πέρα,
σαν να μου ψάλλουνε τις εντολές!
—Παιδί μου, βλέπω απ' τον αέρα,
κουνιούνται γκρίζες γριές ελιές.

—Σε θέλω τόσο αρνίσιο αστέρι,
που κι αν δεν θέλεις, ορμά στρατός!
—Μπαμπά, με παίρνει θρήσκο του χέρι,
σ' το λεγα, ήταν ο Αιμαίτης Λαός!

Κλαίει ο πατέρας, τ' αστρόσκαφό του
κεντά και χάνεται από τη γη·
και την αυγή που ανατέλλει τον γιο του
εσταυρωμένο νεκρό θωρεί.


Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία (Β΄ Γενικού Λυκείου - Επιλογής) - Βιβλίο Μαθητή, Α9

http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-B125/668/4444,19881/

1 σχόλιο: