Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020

«Μανωλάκη, πάλι τα δικά σου παίζεις!»

Σε ηλικία επτά ετών η μητέρα του τον γράφει στο «Παρθεναγωγείον και Νηπιαγωγείον το Παλλάδιον» της Σμύρνης των αδελφών Πασχάλη, που δεχόταν στις μικρές τάξεις και αγόρια. Λίγο αργότερα, όταν η διευθύντρια της αναγγέλει πως η σχολή απέκτησε  κλειδοκύμβαλον, θα τον γράψει αμέσως για μαθήματα με δάσκαλο το Ζακύνθιο, Διγενή Καπαγκρόσσα.

Ο Καπαγκρόσσας στάθηκε τύραννος για το μικρό Μανώλη και τον έκανε για κάμποσο καιρό να θεωρεί ότι το πιάνο έχει ως μόνο προορισμό να βασανίζει τα δάχτυλα των μικρών παιδιών. 

Η μόνη του χαρά είναι όταν η διευθύντρια του σχολείου τον αφήνει μόνο του να μελετήσει, καθώς τότε, αντί να παίζει τις ανιαρές σκάλες και τα ανιαρά γυμνάσματα του Καπαγκρόσσα, δοκιμάζει τα άσπρα και μαύρα πλήκτρα και προσπαθεί να βρει διάφορους ηχητικούς συνδυασμούς, προκαλώντας τις επιπλήξεις της διευθύντριας:«Μανωλάκη, πάλι τα δικά σου παίζεις!»

Το ημερολόγιο δείχνει 1894, όταν η οικογένεια του Μανώλη Καλομοίρη θα εγκατασταθεί  οριστικά στην Αθήνα, στην Πλάκα, όπου από το παράθυρο του δωματίου του βλέπει τον Παρθενώνα.

«Όμως μαζί με τον Παρθενώνα, το σπίτι έβλεπε και στη μάντρα της κυρά Κώσταινας. Συχνά από τη μάντρα σαν έβαζαν να ψήσουν κοκορέτσι, αντιλαλούσανε στ’ αυτιά μου τα τραγούδια του κυρ Κώστα που, με μια βραχνιασμένη μα σωστή φωνή, τραγουδούσε λογιών λογιών τραγούδια της Ρούμελης, της πατρίδας του, και στις γιορτερές μέρες το έστηναν στο χορό με λαγούτα και ζουρνάδες. Τι τα θέτε, από τότε πιότερο με συγκινούσανε τα ζωντανά αυτά λαϊκά τραγούδια από τη θεά της αθανάτου κληρονομιάς των ενδόξων προγόνων μας, όπως έλεγε ο αείμνηστος σεβαστός μου καθηγητής των Ελληνικών και των Λατινικών, Γεωργιάδης».

Το 1896 η οικογένεια μετακομίζει στην οδό Σόλωνος, ενώ στο μεταξύ ο Μανώλης Καλομοίρης μαθαίνει για το θάνατο της νενές του, στη Σμύρνη. (nine, τουρκ. γιαγιά)

«Η καλή μου η γιαγιά δεν θα μου ξανάλεγε πια παραμύθια ούτε θα μου τραγουδούσε το ‘Λύγκο το Λεβέντη τον αρχιληστή’ που ύστερ’ από χρόνια ήτανε γραφτό να τον τραγουδήσω εγώ, στο Συμφωνικό μου Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα».

Ο Μανώλης Καλομοίρης μένει ορφανός από πατέρα σε ηλικία 4 ετών και όπως γράφει ο ίδιος για παρήγορο άγγελο και παραστάτη είχε την αγάπη της μάνας του, «που την τραγούδησε στη Μάνα του Δαχτυλιδιού», ενώ στα πρώτα του παιδικά χρόνια στο πλευρό του βρίσκεται και η γιαγιά του , η «νενέ» του,  η οποία καθώς είχε ανατραφεί από κάποια Αρμένισσα, μιλούσε και Τούρκικα και Αρμένικα. 

Όπως γράφει στα απομνημονεύματά του,  η νενέ φαντάζει στα παιδικά του μάτια, σαν να είχε βγει από παραμύθι. Άλλωστε, τα παραμύθια και τα τραγούδια της γιαγιάς του, είναι αυτά που τον φέρνουν σε επαφή με το λαϊκό θρύλο και τη δημοτική μουσική.

13 Δεκ 2017, 

Σαμιακόν Βήμα, Μανώλης Καλομοίρης, Η ζωή μου και η τέχνη μου, 

Εκδόσεις Νεφέλη

http://www.samiakonvima.gr/2017/12/134.html#.X6A7LIgzbIW

γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 14 Δεκεμβρίου 1883. Ο πατέρας του, ο Ιωάννης Καλομοίρης, ήταν γιατρός και καταγόταν από το Καρλόβασι της Σάμου. Η μητέρα του, η Μαρία Χαμουδοπούλου, κόρη ενός φούρναρη με καταγωγή από τα Βουρλά, είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Σμύρνη.

http://constantinople.ehw.gr/forms/fLemmaBodyExtended.aspx?lemmaId=4701


imgs

https://www.scaryforkids.com/old-piano/

https://manolis-vasileias.blogspot.com/2012/07/blog-post_8462.html

https://wdrfree.com/stock-vector/download/illustration-of-cute-woman-teacher-with-a-book-and-a-pointer-28604273

2 σχόλια: