Ταξιδεύοντας Αγγλία 1939
Κεφ. 3, ΕΓΓΛΕΖΙΚΑ ΑΚΡΟΓΙΑΛΙΑ (σελ. 45)
.....
Παντού, και στην πιο καθυστερημένη κι απόμακρη χώρα, μπορούν να μένουν άνετα. Γιατί παντού κουβαλούν την Αγγλία.
Τους θυμούμαι, παιδί ακόμα, όταν ήρθαν και έκαμαν κατοχή στο Ηράκλειο της Κρήτης. Αμέσως καθάρισαν ένα φαρδύ χωράφι απόξω από τις στρατιωτικές παράγκες τους, έκαμαν τερραίν κι άρχισαν να παίζουν τένις. Και όταν μερικοί αξιωματικοί ανέβηκαν στην κορφή του Ψηλορείτη, ο οδηγός τους, ένας χαριτωμένος γέρος από το χωριό τ' Ανώγεια, μου δηγόταν με κατάπληξη: "Αυτοί, μωρέ παιδί μου είναι ολοκούζουλοι. Σα φτάξαμε δα στην κορφή του Ψηλορείτη, έκανε ένα κρύο που μας ξομολογούσε. Και αυτοί, μωρέ παιδί μου, ξουριστήκανε απάνω σ' ένα χαράκι, γδυθήκανε, αλλάξανε ρούχα και βάλανε ένα σόι σακάκια μαύρα, πανταλόνια μαύρα, της ώρας, κι άσπρο γελέκο και κολλαριστά πουκάμισα. Κι ύστερα κάτσανε και φάγανε...Έκαμα το σταυρό μου. Μήστητί μου Κύριε, είπα, ίντα άνθρωποι είναι τούτοι;" (*θυμήθηκα και μια ελληνοαμερικάνα που αναρωτιόταν: "αν κάνω τζόκινγκ το τετράγωνο, δε θα μου κρεμάσουνε κουδούνια;" δεν έχουμε και ελληνικό όρο, προτείνω αργόδρομος, αργοδρομία, αργοδρομώ. Και με αφορμή αυτό, πρέπει να κάνουμε μια ανθολογία ''Ο Σύγχρονος Αθλητισμός στην Ελληνική Λαογραφία, 1850 έως σήμερα")
......
Απέναντι στη βασιλική πολιτεία Ουίντσορ, είχα δει το πρωί μιαν επιγραφή σ' ένα τοίχο, ένα όνομα Εγγλέζου, κι αποκάτω μ' ελληνικά κεφαλαία γράμματα: ΚΑΛΟΣ ΚΑΓΑΘΟΣ. Κι απέναντι δυο ανάγλυφα του Παρθενώνα.
Κεφ. 7 ΔΙΠΛΩΜΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΗΤΟΝ (σελ. 137-143)
.....Απέναντι στη βασιλική πολιτεία Ουίντσορ, είχα δει το πρωί μιαν επιγραφή σ' ένα τοίχο, ένα όνομα Εγγλέζου, κι αποκάτω μ' ελληνικά κεφαλαία γράμματα: ΚΑΛΟΣ ΚΑΓΑΘΟΣ. Κι απέναντι δυο ανάγλυφα του Παρθενώνα.
Νιώθεις πως εδώ, στη μικρή τούτη φημισμένη πολιτεία όπου αναθρέφεται η εγγλέζικη αριστοκρατία, το ελληνικό πνέμα, φωτεινό, τολμηρό κι ισορροπημένο, συνεχίζει εξόριστο στην υπερβόρεια ομίχλη το εξαίσιο έργο του. Περνώ ένα μικρό γιοφυράκι ποταμού, φτάνω στον ανοιχτό χώρο, όπου οι μεγάλοι μαθητές με τα ουρανιά και τ’ άσπρα κασκέτα, παίζουν γκολφ. Ωραία λιγνά κορμιά, χάρη και δύναμη, πειθαρχημένη ορμή, χαρά στο μάτι να βλέπει και στο νου να συλλογιέται πως με την άσκηση τα κορμιά τούτα γίνουνται καλοί αγωγοί για να περνάει το πνέμα. Κάποτε ένας Ανατολίτης σοφός είδε μερικούς σκοινοβάτες να πραγματοποιούν με τα κορμιά τους τις πιο επικίντυνες τόλμες· και ξέσπασε στα κλάματα. «Γιατί κλαις;» τον ρώτησαν. «Γιατί συλλογιέμαι» αποκρίθηκε ο σοφός «πως αν, όπως γυμνάζουμε έτσι τα σώματά μας, γυμνάζαμε και την ψυχή μας, τι θάματα θα μπορούσαμε να κάμουμε!» (*σαν να μου φαίνεται το έχω ακούσει ή διαβάσει και από χριστιανό θεολόγο, είναι προς διερεύνηση) Εδώ όμως, στο Ήτον, ο θεατής δεν μπορεί να ξεσπάει σε κλάματα. Γιατί μήτε καταπληχτικούς σκοινοβατικούς άθλους θα δει, μήτε κι η ψυχή μένει, μέσα σε τέτοια ευλύγιστα κορμιά, ακαλλιέργητη. Υπάρχει μέτρο, ισορροπία, παράλληλη καλλιέργεια σάρκας και νου σε ανθρώπινη κλίμακα. Ελληνική αρμονία. Τα σπορτ κι οι κλασικές σπουδές είναι στο Ήτον οι δυο παράλληλοι αδερφωμένοι δρόμοι της αγωγής. Όχι όμως σπορτ ατομικά —ακόντιο, πήδημα, δίσκος— παρά σπορτ ομαδικά: λεμβοδρομίες, κρίκετ, τένις, φουτμπόλ. Τα ομαδικά παιχνίδια υπηρετούν μεγάλο ηθικό σκοπό: σε συνηθίζουν να υποτάξεις την ατομικότητά σου σε μια γενική ενέργεια. Να μη νιώθης πως είσαι άτομο ανεξάρτητο, παρά μέλος μιας ομάδας. Να υπερασπίζεσαι όχι μονάχα την ατομική σου τιμή παρά ολόκληρη την τιμή της ομάδας όπου ανήκεις: σχολή, Πανεπιστήμιο, πόλη, έθνος. Έτσι, από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι, το παιχνίδι μπορεί να σε ανεβάσει στις πιο αψηλές κι αφιλόκερδες κορυφές της ενέργειας.
Μαθαίνεις ακόμα, πολεμώντας στην ομάδα, και τούτο το σπουδαιότατο: πως για την νίκη ένα στοιχείο είναι απαραίτητο, ο αρχηγός. Να υποτάζεσαι σε αυτόν, να πειθαρχείς, να ξέρεις να υπακούς, αν θες, όταν θα έρθει η στιγμή σου, να ξέρεις και εσύ να προστάζεις. Έτσι μονάχα μπορούν να δημιουργηθούν αρχηγοί άξιοι κι οπαδοί πρόθυμοι - δηλαδή μια πειθαρχημένη στρατιά ικανή υλικά και ψυχικά, να κυριαρχήσει στον κόσμο. Στα σπορτ δεν γυμνάζεις το σώμα σου μονάχα· γυμνάζεις, πάνω από όλα, την ψυχή σου. "στα τερραίν του Ήτον , είπε πολύ σωστά ο Ουέλιγκτον, κερδήθηκε η μάχη του Βατερλώ". (*ακριβές απόφθεγμα: εδώ μεγαλώνει το υλικό που κέρδισε το Βατερλώ, there grows the stuff that won Waterloo)
Στα ομαδικά αθλήματα μαθαίνεις να είσαι έτοιμος, να συγκρατιέσαι, να περιμένεις την κατάλληλη στιγμή, να θυσιάζεις τις ατομικές χαρές ή προτίμησες για τα συμφέροντα της ομάδας. Μαθαίνεις να προσαρμόζεις τι ατομικές ιδιότητες σου στις ανάγκες του συνόλου, να εκμεταλλεύεσαι όσο μπορείς, για την νίκη τα ελαττώματα και τα προτερήματα σου. Με την μέθοδο αυτή μονάχα μπορείς να ασκηθείς για το μεγάλο παιχνίδι αργότερα, της δημόσιας ζωής.
Για να φτάσεις στο υψηλό αυτό κορύφωμα της άσκησης πρέπει καλά να ξέρεις τον εαυτό σου, να ξέρεις τον διπλανό σου, να ξέρεις και αλάκερη την ομάδα όπου ανήκεις. Κι όχι μονάχα αυτό. Να ξέρεις και την αντίπαλη σου ομάδα. Να μην την περιφρονείς να την σπουδάζεις με αμεροληψία και σέβας, να ξέρεις καλά τις αρετές και τις δυνάμεις της, για να οργανώσεις ανάλογα και συ τις αρετές και τις δυνάμες σου και να μην χάσεις το παιχνίδι.
Κι ακόμη, τούτο το σημαντικότατο, που αποτελεί το πιο κρυφό, το πιο πανανθρώπινο τέρμα του παιχνιδιού: να ξέρεις πως και η αντίθετη ομάδα κατά βάθος δεν είναι αντίμαχη, συνεργάζεται μαζί σου, γιατί χωρίς αυτή δεν θα υπήρχε παιχνίδι.
Ό,τι αγνότατα ηθικό μπορεί να μας μάθει το παιχνίδι είναι τούτο: Ο ανώτατος σκοπός του παιχνιδιού δεν είναι η νίκη παρά από ποιους δρόμους, με ποια προπόνηση, με τι πειθαρχία, ακολουθώντας αυστηρά τους νόμους του παιχνιδιού να μάχεσαι για την νίκη. Έτσι που κοίταζα στο ήσυχο δειλινό τους ωραίους εφήβους του Ήτον, άλλους με τα γαλάζια και άλλους με τα άσπρα κασκέτα τους να πολεμούν λυγεροί, συγκεντρωμένοι, έτοιμοι με τον ανάλαφρο κραδασμό του λιγνού ατσαλένιου σπαθιού, προσπαθούσα να βρω τους θεμελιακούς νόμους της άσκησης. Βρήκα τέσσερεις:
1) Ν΄ασκείς το σώμα και την ψυχή ως άτομο, ανεξάρτητα από την ομάδα
2)ν΄ασκείς το σώμα και την ψυχή ως άτομο μέσα στην ομάδα την δική σου
3)ν΄ ασκείς το σώμα και την ψυχή αναφορικά με την αντίπαλη ομάδα
4)ν΄ασκείται αλάκερη η μια ομάδα αναφορικά με την άλλη ομάδα
Η ζωή είναι παιχνίδι σαν το τέννις, σαν το γκολφ. Δεν παίζεις μόνος σου, παίζεις με άλλους. Έχεις ευθύνη απέναντι σε όλους τους συντρόφους σου, όλοι σου οι σύντροφοι έχουν ευθύνη απέναντι σου. Άτομο και ομάδα είναι ένα.
Το παιχνίδι έχει νόμους· όποιος θέλει να παίζει, οφείλει να ξέρει τους νόμους αυτούς και να τους σέβεται. Αν δεν ξέρει τους νόμους, ή αν δεν θέλει να τους σέβεται δεν είναι άξιος να λάβει μέρος στο παιχνίδι. Μέσα στον κύκλο που χαράζουν οι νόμοι είναι απόλυτα λεύτερος. Κανείς, μήτε ο Βασιλιάς, δεν έχει δικαίωμα να επέμβει. Μπορεί οι νόμοι αυτοί να είναι παλιωμένοι ή στραβοί ή αυθαίρετοι, δεν έχει σημασία· το σπουδαίο είναι, και αυτό γυμνάζει την ψυχή του ανθρώπου, να τους υπακούς.
Δεν πρέπει να ντρέπεσαι πως νικήθηκες, πρέπει να ντρέπεσαι μονάχα όταν έπαιξες κακά και για αυτό νικήθηκες ή - και αυτό είναι το χειρότερο - πρέπει να ντρέπεσαι όταν νίκησες παίζοντας κακά η άτιμα. Το fair-play, νά το ανώτατο χρέος. Να παίζεις καλά το παιχνίδι, είτε φουτμπολ είναι είτε πόλεμος είτε ολόκληρη ζωή, αυτή είναι η πρώτη αυστηρότατη εντολή στον εγγλέζικο δεκάλογο. "Να 'σαι δυνατός και να παίζεις τον άντρα". (*Be strong and play the man, Ἴσχυε καί ἀνδρίζου, φράση από την Παλαιά Διαθήκη) Κάνε το χρέος σου αυτό και μην σε μέλει για τίποτε άλλο. Αν πετύχεις, αν αποτύχεις, αυτό έχει μονάχα πραχτική, όχι ψυχική σημασία. έκαμες το χρέος σου, τί άλλη αμοιβή θες;
Αν περιμένεις οποιαδήποτε αμοιβή, αν εργάζεσαι για να ικανοποιείς όχι εσωτερικές σου επιταγές παρά για να πλερωθείς, είσαι μιστοφόρος· δεν είσαι πολεμιστής." Όποιος δεν βρίσκει την ανταμοιβή μέσα του είναι σκλάβος. Η λαχτάρα να αρέσει σε άλλους τρικυμίζει τις πέντε αίστησες του ανθρώπου. Τα υπερήφανα τούτα λόγια του μεγάλου Θιβετιανού ασκητή, του Μιλαρέπα, φτερώνουν με λευτεριά την καρδιά του ανθρώπου και τέλεια ταιριάζουν στις πράσινες τούτες παλαίστρες του Ήτον. Μονάχα όποιος ζει λόγια τούτα και τα κάνει πράξη στην καθημερινή του ζωή, είναι λεύτερος άνθρωπος.
Γερά κορμιά, γερές ψυχές, αγάπη του κιντύνου, πειθαρχία της δύναμης και της τρέλας, ελευτερία. Ένας φίλος μου που είχε ζήσει μ' Εγγλέζους αξιωματικούς στις Ιντίες, μου δηγάται:
-Καθόμασταν, μερικοί νεαροί Εγγλέζοι αξιωματικοί κι εγώ, στην ταράτσα κάποιου ιντιάνικου ρεστοράν, σ' ένα χωριό, απάνω από μια μικροσκοπική λιμνούλα. Ήταν μεσημέρι, έκαιγε ο ήλιος, η λιμνούλα ήταν στρωμένη με κροκόδειλους, ο ένας κολλητά στον άλλον, που νύσταζαν ναρκωμένοι από το λιοπύρι. Κάπου κάπου άνοιγαν τις μακρουλές μασέλες τους, χασμουριούνταν και γυάλιζαν κάτασπρα τα μυτερά δόντια τους.
Είχαμε πιει κάμποσο ουίσκι, είχαμε έρθει στο κέφι. Άξαφνα ένας είπε
Ποιός μπορεί να πηδήξει από ράχη σε ράχη απάνω από τους κροκόδειλους και να περάσει στον αντικρινό όχτο;
Εγώ, είπε ήσυχα ένας ανθυπολοχαγός, και κατέβηκε τις σκάλες. Η αναπνοή μου σταμάτησε.
Μην τον αφήσουμε, φώναξα ανήσυχος, να κάμει τούτη την τρέλα, Δεν κιντυνεύει;
Φυσικά κιντυνεύει ...μου αποκρίθηκαν οι αξιωματικοί και γιόμωσαν τα ποτήρια τους.
Ο νεαρός Εγγλέζος είχε πια φτάσει στη λιμνούλα, σήκωσε το κεφάλι, μας κοίταξε, κούνησε το χέρι σα να μας αποχαιρετούσε και μονομιάς πήδηξε στη ράχη του πρώτου κροκόδειλου. Σα χορευτής, ανάλαφρα από ράχη σε ράχη, πατώντας τους κροκόδειλους, τινάχτηκε στον απέναντι όχτο.
Μπράβο! του φώναξαν οι συνάδελφοί του. Ξαναγύρισε τώρα πίσω! και έτσι έγινε, πατώντας αλαφριά πάλι και σίγουρα τους κροκόδειλους, ανέβηκε τις σκάλες του ρεστοράν και κάθισε ήσυχα στη θέση του. Του γιόμωσαν ξέχειλα το ποτήρι του ουίσκυ.
Πιες να πάει η καρδιά στον τόπο της! του είπαν γελώντας και άλλαξαν κουβέντα.
Ο φίλος μου πρόστεσε:
Ο νέος αυτός σίγουρα όταν γύρισε από τη σκοινοβασία του απάνω από τους κροκόδειλους, δεν ήταν πια ο ίδιος. Είχε κάμει μια γενναία πράξη, είχε κιντυνέψει, έτσι, για να παίξει τη ζωή του, είχε δοκιμάσει τη δύναμή του και βγήκε κερδεμένος· η ψυχή του είχε υψωθεί ένα μέτρο απάνω από το επίπεδο όπου βρίσκουνταν πριν να καταπιαστεί τον άθλο. (*μήπως έγινε με σκοινί, διασκοινισμό του νερόλακου και δεν πάτησε πάνω τους; ή οι συγκεκριμένοι ινδικοί κροκόδειλοι ήταν βουδιστές και νήστευαν το ανθρώπινο κρέας; πάντως, επικροκοδειλιστή βρήκα τον αμερικάνο κασκαντέρ και κροκοδειλοτρόφο Ross Kananga, που στην ταινία Live and let die, 1973, αντικατατέστησε στην επικίνδυνη σκηνή του Τζέημς Μποντ, τον Ρότζερ Μουρ· λέγεται ότι στις πρόβες που έκανε του φάγαν το παπούτσι του.)
Όταν, ύστερα από λίγες μέρες δηγήθηκα τον άθλο αυτόν σ' ένα καθηγητή Εγγλέζο, αυτός χαμογέλασε.
-Ξέρετε, μου είπε, γιατί μπορούν οι Εγγλέζοι και κάνουν τέτοιους άθλους;
-Γιατί πιο πάνω από τη ζωή έχουν τοποθετήσει την αξιοπιστία του ανθρώπου, αποκρίθηκα.
-Όχι. Κάνουν τέτοιους άθλους γιατί δεν έχουν φαντασία! Η ψυχή τους είναι σαν ατσαλένιο ελατήριο. Υπακούουν μονομιάς στην ορμή τους, τινάζονται χωρίς να κάθουνται να ξεψαχνίζουν
και ν' αναλύνουν με τη φαντασία τους τον κίντυνο. Πέφτουν απάνω του, ακολουθώντας τυφλά κι άσφαλτα το ένστιχτό τους, που έτυχε να 'ναι παλικαρίσιο. Είχε δίκιο ο μεγάλος μας καταχτητής της Νότιας Αφρικής, ο Σέσιλ Ροντς. Αυτός αποκάλυψε το μυστικό. Ο κόσμος ανήκει στους Εγγλέζους γιατί δεν έχουν φαντασία! (*δεν βρήκα το απόφθεγμα στα αγγλικά)
-Είστε Βίκινγκ, δεν είστε Σάξονας.
Ο νέος σήκωσε τους ώμους τους
-Ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα, είπε, να ξεχωρίσω τα διάφορα αίματα που τρέχουν στις φλέβες μου. Φτάνει να τρέχουν ήσυχα και δυνατά. Κι αν μαλώνουν κάποτε μεταξύ τους, κανένας ας μην το μάθει. Είναι τα ιδιαίτερά μα, που δεν χρησιμεύουν σε κανένα, ούτε και εμείς οι ίδιοι πρέπει να τα πολυσκαλίζουμε. Μας εμποδίζουν από την πράξη.
-Μα είναι τόσο ωραίο, επέμεινα επίτηδες, να ρίχνεις ματιές δεξιά κι αριστερά, ενεργώντας.
-Ίσως αποκρίθηκε μ' ευγένεια ο νέος. Μα εγώ θυμούμαι στην Οξφόρδη, μια μέρα παράβγαινα μ' ένα φίλο μου ποιός θα ανέβει πρωτύτερα ένα λόφο. Βραβείο θά 'παιρνε ο νικητής ένα κλαρί ένα κλαρί ανθισμένη πασχαλιά. Τρέξαμε· αυτός ήταν καλύτερός μου, πήγαινε πρώτος. Μα τη στιγμή που κοντεύαμε πια να φτάσουμε, δεν ξέρω πώς και γιατί, τον αφήκα πίσω, έφτασα πρώτος και πήρα εγώ το κλαρί την πασχαλιά. Ο καθηγητής μας τον ρώτησε: Τί έπαθες Σάμουελ και κοντοστάθηκες; Κοίταξα το τοπίο, αποκρίθηκε ο φίλος μου, ήταν τόσο ωραίο. Όταν τρέχεις για να φτάσεις σ' ένα στόχο, είπε αυστηρά ο καθηγητής, δεν πρέπει να κοιτάζεις δεξιά και αριστερά!
Μια Εγγλέζα μητέρα, που ο γιος της σκοτώθηκε καλά πολεμώντας στον περασμένο πόλεμο, έγραψε στον τάφο του γιου της τούτον τον απλούστατο εγγλέζικο επιτάφιο ύμνο.:Έπαιξε καλά το παιχνίδι. (*Προς το παρόν δεν βρήκα το He played the game well, αλλά μας κάνει και το επιτύμβιο When the Great Recorder comes to write his name, let he be judged not by name, but how he played the game.)
Γερά κορμιά, γερές ψυχές, αγάπη του κιντύνου, πειθαρχία της δύναμης και της τρέλας, ελευτερία. Ένας φίλος μου που είχε ζήσει μ' Εγγλέζους αξιωματικούς στις Ιντίες, μου δηγάται:
-Καθόμασταν, μερικοί νεαροί Εγγλέζοι αξιωματικοί κι εγώ, στην ταράτσα κάποιου ιντιάνικου ρεστοράν, σ' ένα χωριό, απάνω από μια μικροσκοπική λιμνούλα. Ήταν μεσημέρι, έκαιγε ο ήλιος, η λιμνούλα ήταν στρωμένη με κροκόδειλους, ο ένας κολλητά στον άλλον, που νύσταζαν ναρκωμένοι από το λιοπύρι. Κάπου κάπου άνοιγαν τις μακρουλές μασέλες τους, χασμουριούνταν και γυάλιζαν κάτασπρα τα μυτερά δόντια τους.
Είχαμε πιει κάμποσο ουίσκι, είχαμε έρθει στο κέφι. Άξαφνα ένας είπε
Ποιός μπορεί να πηδήξει από ράχη σε ράχη απάνω από τους κροκόδειλους και να περάσει στον αντικρινό όχτο;
Εγώ, είπε ήσυχα ένας ανθυπολοχαγός, και κατέβηκε τις σκάλες. Η αναπνοή μου σταμάτησε.
Μην τον αφήσουμε, φώναξα ανήσυχος, να κάμει τούτη την τρέλα, Δεν κιντυνεύει;
Φυσικά κιντυνεύει ...μου αποκρίθηκαν οι αξιωματικοί και γιόμωσαν τα ποτήρια τους.
Ο νεαρός Εγγλέζος είχε πια φτάσει στη λιμνούλα, σήκωσε το κεφάλι, μας κοίταξε, κούνησε το χέρι σα να μας αποχαιρετούσε και μονομιάς πήδηξε στη ράχη του πρώτου κροκόδειλου. Σα χορευτής, ανάλαφρα από ράχη σε ράχη, πατώντας τους κροκόδειλους, τινάχτηκε στον απέναντι όχτο.
Μπράβο! του φώναξαν οι συνάδελφοί του. Ξαναγύρισε τώρα πίσω! και έτσι έγινε, πατώντας αλαφριά πάλι και σίγουρα τους κροκόδειλους, ανέβηκε τις σκάλες του ρεστοράν και κάθισε ήσυχα στη θέση του. Του γιόμωσαν ξέχειλα το ποτήρι του ουίσκυ.
Πιες να πάει η καρδιά στον τόπο της! του είπαν γελώντας και άλλαξαν κουβέντα.
Ο φίλος μου πρόστεσε:
Ο νέος αυτός σίγουρα όταν γύρισε από τη σκοινοβασία του απάνω από τους κροκόδειλους, δεν ήταν πια ο ίδιος. Είχε κάμει μια γενναία πράξη, είχε κιντυνέψει, έτσι, για να παίξει τη ζωή του, είχε δοκιμάσει τη δύναμή του και βγήκε κερδεμένος· η ψυχή του είχε υψωθεί ένα μέτρο απάνω από το επίπεδο όπου βρίσκουνταν πριν να καταπιαστεί τον άθλο. (*μήπως έγινε με σκοινί, διασκοινισμό του νερόλακου και δεν πάτησε πάνω τους; ή οι συγκεκριμένοι ινδικοί κροκόδειλοι ήταν βουδιστές και νήστευαν το ανθρώπινο κρέας; πάντως, επικροκοδειλιστή βρήκα τον αμερικάνο κασκαντέρ και κροκοδειλοτρόφο Ross Kananga, που στην ταινία Live and let die, 1973, αντικατατέστησε στην επικίνδυνη σκηνή του Τζέημς Μποντ, τον Ρότζερ Μουρ· λέγεται ότι στις πρόβες που έκανε του φάγαν το παπούτσι του.)
Όταν, ύστερα από λίγες μέρες δηγήθηκα τον άθλο αυτόν σ' ένα καθηγητή Εγγλέζο, αυτός χαμογέλασε.
-Ξέρετε, μου είπε, γιατί μπορούν οι Εγγλέζοι και κάνουν τέτοιους άθλους;
-Γιατί πιο πάνω από τη ζωή έχουν τοποθετήσει την αξιοπιστία του ανθρώπου, αποκρίθηκα.
-Όχι. Κάνουν τέτοιους άθλους γιατί δεν έχουν φαντασία! Η ψυχή τους είναι σαν ατσαλένιο ελατήριο. Υπακούουν μονομιάς στην ορμή τους, τινάζονται χωρίς να κάθουνται να ξεψαχνίζουν
και ν' αναλύνουν με τη φαντασία τους τον κίντυνο. Πέφτουν απάνω του, ακολουθώντας τυφλά κι άσφαλτα το ένστιχτό τους, που έτυχε να 'ναι παλικαρίσιο. Είχε δίκιο ο μεγάλος μας καταχτητής της Νότιας Αφρικής, ο Σέσιλ Ροντς. Αυτός αποκάλυψε το μυστικό. Ο κόσμος ανήκει στους Εγγλέζους γιατί δεν έχουν φαντασία! (*δεν βρήκα το απόφθεγμα στα αγγλικά)
......
Κεφ. 3, ΕΓΓΛΕΖΙΚΑ ΑΚΡΟΓΙΑΛΙΑ (σελ. 45)
......Κεφ. 3, ΕΓΓΛΕΖΙΚΑ ΑΚΡΟΓΙΑΛΙΑ (σελ. 45)
-Είστε Βίκινγκ, δεν είστε Σάξονας.
Ο νέος σήκωσε τους ώμους τους
-Ποτέ δεν ενδιαφέρθηκα, είπε, να ξεχωρίσω τα διάφορα αίματα που τρέχουν στις φλέβες μου. Φτάνει να τρέχουν ήσυχα και δυνατά. Κι αν μαλώνουν κάποτε μεταξύ τους, κανένας ας μην το μάθει. Είναι τα ιδιαίτερά μα, που δεν χρησιμεύουν σε κανένα, ούτε και εμείς οι ίδιοι πρέπει να τα πολυσκαλίζουμε. Μας εμποδίζουν από την πράξη.
-Μα είναι τόσο ωραίο, επέμεινα επίτηδες, να ρίχνεις ματιές δεξιά κι αριστερά, ενεργώντας.
-Ίσως αποκρίθηκε μ' ευγένεια ο νέος. Μα εγώ θυμούμαι στην Οξφόρδη, μια μέρα παράβγαινα μ' ένα φίλο μου ποιός θα ανέβει πρωτύτερα ένα λόφο. Βραβείο θά 'παιρνε ο νικητής ένα κλαρί ένα κλαρί ανθισμένη πασχαλιά. Τρέξαμε· αυτός ήταν καλύτερός μου, πήγαινε πρώτος. Μα τη στιγμή που κοντεύαμε πια να φτάσουμε, δεν ξέρω πώς και γιατί, τον αφήκα πίσω, έφτασα πρώτος και πήρα εγώ το κλαρί την πασχαλιά. Ο καθηγητής μας τον ρώτησε: Τί έπαθες Σάμουελ και κοντοστάθηκες; Κοίταξα το τοπίο, αποκρίθηκε ο φίλος μου, ήταν τόσο ωραίο. Όταν τρέχεις για να φτάσεις σ' ένα στόχο, είπε αυστηρά ο καθηγητής, δεν πρέπει να κοιτάζεις δεξιά και αριστερά!
είναι τζόγκινγκ (jogging)
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι όχι τζόκινγκ (joking) :-0
το ΛΝΚ δίνει τζόκιγκ, αργό τρέξιμο, και οι γηγενείς
ΑπάντησηΔιαγραφήπου γράφουν τζόγκινγκ δεν προφέρουν τζόκιν(κ);;
ευκαιρία και χαλαρά,
οι αργοδρόμοι του Αργοδρομικού Συλλόγου να αργοδρομήσουμε :-)
τί να πεις; να τζογκίσουμε ή να τζογκάρουμε;-)
Τροχάδην: "πάμε έξω γιά ένα τροχαδάκι";
ΑπάντησηΔιαγραφή;-)
:-) Σωστά, μόνο το τροχαδάκι, ως υποκοριστικό,
ΑπάντησηΔιαγραφήείναι συνώνυμο της αργοδρομίας, του τζόκιν.
Αλλιώς πρέπει να πεις ελαφρύ τροχάδην.
Τροχάδην ή τροχάδι, (που είναι και σκυριανό παραδοσιακό παπούτσι),
μπορεί να σημαίνουν από σταθερή αργοδρομία μέχρι βιαστικό τρέξιμο, γοργοδρομία.
(πρβ. τροχασμός, τροχάζω)
Με V >10 km/h, τρέχεις, δεν αργοδρομείς,
και με V <5 km/h περπατάς·
αυτά για τον μέσο άνθρωπο,
ένας βαδιστής χτυπάει και δεκαπεντάρια.