Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Θαρσεῖν χρή, φίλε Βάττε· τάχ᾽ αὔριον ἔσσετ᾽ ἄμεινον


Διαβάζοντας τη σχολική ανταπόκριση "Δεν είμαστε οι τραγικότεροι", της Κατερίνας (Μ+Λ), που τελειώνει με  "Θαρσείν χρη, ταχ' αύριον έσετ' άμεινον", ...«μια φράση που είπε ο ραδιούργος Οδυσσέας,  σίγουρα απαιτεί προσεκτική ανάγνωση και σωστή αποκωδικοποίηση .. :) όπως και όλες οι φράσεις που με τον χρόνο, λόγω παραφθοράς -ή όπως εδώ λόγω αποκοπής του "τάχαμ δήθεν -,  μετατρέπουν την εικασία σε βεβαιότητα».

Παίρνοντας λοιπόν το ερέθισμα και εγώ, έψαξα να επαληθεύσω αν όντως, σύμφωνα με το ΓΕΣ: «είπε η θεά Αθηνά, δια του στόματος του πολυμήχανου Οδυσσέα, στους Έλληνες που πολιορκούσαν την Τροία, όταν αυτοί ήταν έτοιμοι να εγκαταλείψουν την προσπάθειά τους».

Δεν υπάρχει τέτοια φράση στον Όμηρο. Στη ραψωδία Β, εκεί που οι Αχαιοί λιποψυχούν και αναρωτιούνται τί κάνουν εννιά χρόνια στην Τροία λέει Οδυσσέας στο στίχο 299 «Τλῆτε φίλοι, καὶ μείνατ᾽ ἐπὶ χρόνον ὄφρα δαῶμενἐτεὸν Κάλχας μαντεύεται ἦε καὶ οὐκί».   (Κουράγιο φίλοι και μείνετε για λίγο μέχρι να μάθουμε, αν είν' σωστή του Κάλχαντα ή όχι, η μαντεία)..πως στο δέκατο το χρόνο θα την πάρουμε την Τροία.


Tο «ΤΛΗΤΕ ΦΙΛΟΙ» θα μπορούσε να γίνει αντίστοιχο ενθαρρυντικό σύνθημα· από το ομηρικό ρήμα τλάω (υπομένω) απαρέμφατο τλῆναι...πολύτλας Ὀδυσσεύς...(πολύπαθος)· ετυμολογικά συγγενές με τάλας, τάλαντον, τολμάω, τελαμών, ανατέλλω, εντολή (ίσως και Άτλας και Τάνταλος)· από μια υποθετική ΠΙΕ ρίζα  *tol- / *tel- (φέρω, υποφέρω, σηκώνω) εξού και τα λατινογενή αγγλικά tolerate ανέχομαι και extol εκθειάζω.

Ένα άλλο δίλεκτο σύνθημα, ταιριστό στο ρυθμό του "θαρσεῖν χρή" είναι το ΘΑΡΣΩΝ ΝΥΝ ·είπε η Αθηνά στο Διομήδη (Ε 124) «θαρσῶν νῦν Διόμηδες ἐπὶ Τρώεσσι μάχεσθαι».

Αυτά τα υπαρκτά εναλλακτικά του Ομήρου. (Υπάρχει και το νεότερο ΘΑΡΣΕΙΝ ΣΩΖΕΙΝ της Πυροσβεστικής, .....δε θα το 'πε ο Απόλλων στον Αινεία για να σώσει το πατέρα του στη φλογισμένη Τροία;;....) Στην ουσία, απλώς είδε το ΓΕΣ πως το "Θαρσείν Χρη", που δόθηκε το 1971 στους πεζοναύτες, αξίζει μεν ως catchphrase (πιασάρικη, ρυθμική φράση) αλλά δεν ταίριαζε η βουκολική προέλευση με τον επικό τόνο του στρατού · γιαυτό και μπήκε στο στόμα του αθηνόπνοου Οδυσσέα. Δεν αρμόζει πίσω από στρατιωτικό έμβλημα να αναφέρεται ο πόνος κάποιου Βάττου για κάποια  βοσκοπούλα, Αμαρυλλίδα.

Μία δεύτερη ένσταση έχω για τη μετάφραση του "τάχα". Κόντρα στο καθιερωμένο, προτιμώ το "σύντομα" από το "δήθεν". Ευτυχώς βρήκα έναν Ιταλό που μου συμπαραστέκεται «Fatti coraggio, caro Batto. Presto domani sarà meglio». Αυτή ήταν η αρχική, ομηρική σημασία του τάχα (ταχέως, ταχιά ) σύντομα, γρήγορα, μετά από λίγο, πού άρχισε να αλλάζει τον 5ο αιώνα π.Χ.· συνήθως το τάχα (δήθεν) συνοδεύεται από το μόριο ἄν ή ευκτική. Άρα έπρεπε να 'ταν «τάχ᾽ αὔριον ἔσοιτ᾽ ἄμεινον».

Και η αιτιολόγηση που δίνει ο Κορύδων, προς τα εκεί οδηγεί: αν τη μια βρέχει, την άλλη λιάζει, και τώρα είσαι σε μαύρο χάλι· σύντομα, κάποια στιγμή στο μέλλον θα σηκώσεις το κεφάλι. Δε γίνεται να μας πάνε όλα μια ζωή στραβά· μόνο οι νεκροί δεν ελπίζουν. Αυτό το επιχείρημα συγγενεύει με την "Πλάνη του Τζογαδόρου" αλλά το Σύμπαν όπως λέει η Βίκυ, δεν έχει μνήμη και το ενδεχόμενο να μας παν όλα μια ζωή στραβά και ανάποδα και μεις να ελπίζουμε τη μέρα που θα λιάσει δεν είναι και πολύ ενθαρρυντικό, δίχως γενναίες πράξεις. Και μια πράξη τολμηρή απ' τον ενθαρρυντή θα 'ταν "στη ζωή θα βρεις και άλλες βοσκοπούλες...να σου γνωρίσω μία;;"

Και πάμε στο ραντεβού με τον ποιητή της φράσης, το Θεόκριτο, πιθανόν από τις Συρακούσες, που έζησε στην Κω και την Αλεξάνδρεια, τον 3ο αιώνα π.Χ. Στο τέταρτο του ειδύλλιο, ονόματι Νομεῖς (Βοσκοί), ο Βάττος (φλύαρος, βαττολογώ) και ο Κορύδων (κορυδαλλός) συζητούν· έχω μεταφράσει από τη μέση προς το τέλος. Ολόκληρες μεταφράσεις στο διαδίκτυο: μία ελληνική, του Ιωάννη Πολέμη, τέσσερις αγγλικές (1,2,3,4), μία γερμανική με το αρχαίο κείμενο, μία γαλλική και η ιταλική.

Η γλώσσα του Θεόκριτου είναι, ως επί το πλείστον, ποιητική/δωρική· γενικά για το θεοκρίτειο ιδίωμα, εδώ, σχόλια για τους Νομείς, εκεί.

(Vizzini-photo-East Sicily)


..........................................
Αἰνέω τάν τε Κρότωνα—“Καλὰ πόλις ἅ τε Ζάκυνθος...”—
καὶ τὸ ποταῷον τὸ Λακίνιον, ᾇπερπύκτας
Αἴγων ὀγδώκοντα μόνος κατεδαίσατο μάζας.
Τηνεὶ καὶ τὸν ταῦρον ἀπ᾽ ὤρεος ἆγε πιάξας
τᾶς ὁπλᾶς κἤδωκ᾽ Ἀμαρυλλίδι, ταὶ δὲ γυναῖκες
μακρὸν ἀνάϋσαν, χὡ βουκόλος ἐξεγέλασσε
.........................................
Τον Κρότωνα παινώ. Όμορφη πόλη και η Ζάκυνθος..
και το ναό της Ήρας στο Λακίνιο, που βλέπει την αυγή,
εκεί όπου ο πυγμάχος Αίγωνας
ογδόντα πίτες μόνος έφαγε
και τον βουνίσιο ταύρο
απ' τα ποδάρια
έπιασε και έδωσε
στην Αμαρυλλίδα.
Τσιρίξαν οι γυναίκες
κι ο βοσκός
έσκασε στα γέλια.







(Β)

Αἰαῖ τῶ σκληρῶ μάλα δαίμονος, ὅς με λελόγχει.

Θαρσεῖν χρή, φίλε Βάττε· τάχ᾽ αὔριον ἔσσετἄμεινον
ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες·
χὡ Ζεὺς ἄλλοκα μὲν πέλει αἴθριος, ἄλλοκα δ᾽ ὕει.

Θαρσέω. Βάλλε κάτωθε τὰ μόσχια· τᾶς γὰρ ἐλαίας


Σίτθ᾽, ἁ Κυμαίθα, ποτὶ τὸν λόφον. Οὐκ ἐσακούεις;
Ἡξῶ, ναὶ τὸν Πᾶνα, κακὸν τέλος αὐτίκα δωσῶν,
εἰ μὴ ἄπει τουτῶθεν.Ἴδαὖ πάλιν ἅδε ποθέρπει
Εἴθ᾽ ἦς μοι ῥοικόν τι λαγωβόλον, ὥς τυ πάταξα

Θᾶσαί μ᾽, ὦ Κορύδων, πὸτ τῶ Διός· ἁ γὰρ ἄκανθα
ἁρμοῖ μ᾽ ὧδ᾽ ἐπάταξ᾽ ὑπὸ τὸ σφυρόν. Ὡς δὲ βαθεῖαι
τἀτρακτυλλίδες ἐντί. Κακῶς ἁ πόρτις ὄλοιτο·
εἰς ταύταν ἐτύπην χασμευμένοςἮ ῥά γε λεύσσεις;


Ναὶ ναί, τοῖς ὀνύχεσσιν ἔχω τέ νιν· ἅδε καὶ αὐτά.

Ὅσσίχον ἐστὶ τὸ τύμμα, καὶ ἁλίκον ἄνδρα δαμάζει.

Εἰς ὄρος ὅκχ᾽ ἕρπῃς, μὴ νήλιπος ἔρχεο, Βάττε·
ἐν γὰρ ὄρει ῥάμνοί τε καὶ ἀσπάλαθοι κομόωντι.

Εἴπ᾽ ἄγε μ᾽, ὦ Κορύδων, τὸ γερόντιον ἦ ῥ᾽ ἔτι μύλλει
τήναν τὰν κυάνοφρυν ἐρωτίδα τᾶς ποκἐκνίσθη;

Ἀκμάν γ᾽, ὦ δειλαῖε· πρόαν γε μὲν αὐτὸς ἐπενθών
καὶ ποτὶ τᾷ μάνδρᾳ κατελάμβανον ἆμος ἐνήργει.

Εὖ γ᾽, ὤνθρωπε φιλοῖφα. Τό τοι γένος ἢ Σατυρίσκοις
ἐγγύθεν ἢ Πάνεσσι κακοκνάμοισιν ἐρίσδει
 Ω γλυκιά μου Αμαρυλλίδα, μόνη σου και αν πέθανες
δε θα σε ξεχάσουμε· όσο μου είναι φίλες oι κατσίκες,
τόσο πόνεσα για εσένα όταν έφυγες!
Ωιμέ τη σκληρή τη μοίραν απου μου λαχε!
  (Κ)
Θάρρος πρέπει να 'χεις, φίλε Βάττε, σύντομα καλύτερα
το αύριο θα είναι· οι ελπίδες για τους ζωντανούς,
ανέλπιστοι; μόνο οι πεθαμένοι· 
και ο Δίας άλλοτε λιάζει, άλλοτε βρέχει
 (Β)
θάρρος ήπηρα και σύ
πρόγκαε τα μοσχάρια πέρα
της ελιάς το βλαστό τρών τα χαμένα! Τσαπρρρού ασπρούλη!

(Κ)
Τσαπρρρού  Κυμαίθα! στην πλαγιά! δεν ακούς;;
 αν δε φύγεις απεκεί, θα ΄ρθω μα τον Πάνα
να σου δώκω κακό τέλος επιτόπου!
Κοίτα ξαναπάει!
Α και να 'χα τη στραβή μου την κατσούνα
να στις βρέξω!



 (Β)
Δες με Κορύδωνα, για όνομα του Δία!
μόλις με τσίμπησεν αγκάθι κάτω απο το αστραγάλι!
βαθιές πληγές που κάνουν οι αδραχτυλίδες..
Κακό ψόφο να 'χει η μοσχάρα!
Για αυτήνα τραυματίστηκα ο χάσκας, βλέπεις;


 (Κ)
 πώς, πώς..με τα νύχια μου το βγάζω, νά το!

 (Β)
 τί μικρό τραύμα...και τί μεγάλο άντρα δαμάζει!


 (Κ)
Βάττε, στα όρη σαν πας, μην έρχεσαι ξιπόλυτος
εδώ φυτρώνουνε βάτοι και ασπάλαθοι


 (Β)
Πες μου βρε Κορύδων, το ξελογιασμένο 
το γερόντιο
ακόμα πηδάει τη μαυροφρύδα ερωτιάρα κόρη;

 (Κ)
Ακόμα καημένε μου.
Πριν λίγο τους τσάκωσα στη μάντρα να το κάνουν!

   (Β)
Μπράβο γέρο φιλογάμη.
Τέτοια ράτσα συνορίζεται στα ίσια
Σάτυρους και Πάνες στραβοκάνηδες!




(Monti Sicani - photo - West Sicily)

7 σχόλια:

  1. Τί ωραία ανάρτηση- απολαυστική! Ευχαριστώ, έμαθα πολλά εδώ σήμερα :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τι υπέροχο και εμπεριστατωμένο κείμενο! Ο Όμηρος είναι ο αγαπημένος μου ποιητής. Θα επανέλθω να ξαναδιαβάσω με πολλή προσοχή :-)

    ξι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Εντάξει τι να πω... Το μπλογκ σου είναι για βραβείο "ανάρτησης ποστ" και "έρευνας" !!!

    ξι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. η ετυμολογία του άμεινον;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ο,η αμείνων, το άμεινον > α + μείων,
      μινύθω (μειώνω)

      πηγή: Hofmann (δλδ, αμείνων = αμείωτος)

      Διαγραφή
  5. Αν ηξερες απο τι "καναλια" περασα για να καταληξω στο αρθρο σου θα...γελαγες (τι σου ειναι το Δ/Δ..)
    Απλα Σ"ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ..!

    ΑπάντησηΔιαγραφή