Με αφορμή τις ρωσικές δηλώσεις:
Ο μύθος της διαχρονικής στήριξης της Ρωσίας προς την Κύπρο
Η μονοήμερη επίσκεψη του Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ στην Κύπρο την περασμένη Πέμπτη ήταν αναμφίβολα το μεγάλο γεγονός των ημερών. Ο Πρόεδρος Χριστόφιας χαρακτήρισε την επίσκεψη ιστορική και τονίστηκε ιδιαίτερα η "σταθερή θέση αρχών" στο Κυπριακό της σημερινής Ρωσίας, καθώς και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) προηγουμένως.
"Η Ρωσική Ομοσπονδία αποτελεί για την Κύπρο έναν από τους σημαντικότερους εταίρους και συμμάχους της και έναν σταθερό υποστηρικτή της στις προσπάθειες που καταβάλλουμε για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος", είπε ο πρόεδρος Χριστόφιας στην προσφώνησή του προς τον Ρώσο ομόλογό του στο επίσημο δείπνο στο Προεδρικό Μέγαρο. Αυτή ήταν και η προσέγγιση του συνόλου σχεδόν των ΜΜΕ, καθώς και του πολιτικού κόσμου.
Είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα ή υπάρχει υπερβολή; Γιατί ο Μεντβέντεφ αγνόησε τόσο επιδεικτικά το εθνικό πρόβλημα μιας χώρας που θεωρεί τη δική του χώρα το αποκούμπι της; Μήπως, πέρα από τη συνήθη υπερβολή και το συναισθηματισμό που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας και την ηγεσία της, υπάρχει κάποιο σοβαρό λάθος στις εκτιμήσεις μας για τη συμπαράσταση της Ρωσίας από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης μέχρι σήμερα;
Ας εξετάσουμε, λοιπόν, αυτή τη "διαχρονική φιλία", για να ανιχνεύσουμε την ειλικρίνεια και το βάθος της.
Η ανεξαρτησία
Η Σοβιετική Ένωση άρχισε να διαδραματίζει ρόλο στο Κυπριακό από το 1964, μετά την κατάρρευση των Συμφωνιών της Ζυρίχης. Ήταν τότε που μπήκε από τις ΗΠΑ στην ατζέντα ζήτημα ένωσης με την Ελλάδα, έναντι ανταλλαγμάτων στην Τουρκία. Αυτό θα σήμαινε πως η Κύπρος θα εντασσόταν αυτόματα στο ΝΑΤΟ και δεν θα αποτελούσε εστία τριβής και ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης. Η συνεργασία Ελλάδας - Τουρκίας θεωρείτο από τις ΗΠΑ ζωτικής σημασίας στο να κρατηθεί η Ρωσία μακριά από τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Ήταν φυσικό, την εποχή εκείνη του Ψυχρού Πολέμου, η ΕΣΣΔ να ευνοεί τη διατήρηση της ανεξαρτησίας της Κύπρου, που ήταν χώρα μέλος του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Επίσης, μια διαρκής ελληνοτουρκική αντιπαράθεση για την Κύπρο εξυπηρετούσε τα μέγιστα τα συμφέροντά της.
Η Σοβιετική Ένωση τήρησε αποχή στην παράγραφο 4 του ψηφίσματος 186 (1964) στην ψηφοφορία του Συμβουλίου Ασφαλείας για την αποστολή της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, επειδή θα υπαγόταν απευθείας στον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος θα αποφάσιζε και τη σύνθεσή της. Στη συνέχεια, ενέκρινε την ανανέωση της θητείας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, όμως αρνούνταν να συνεισφέρει οικονομικά στη συντήρησή της. Από το 1964 μέχρι το 1973, οι ΗΠΑ συνέδραμαν για τη συντήρηση της ΟΥΝΦΙΚΥΠ 64 εκατ. δολάρια, ενώ η Σοβιετική συνεισφορά ήταν μηδενική. Οι ΗΠΑ πλήρωναν αυτά τα αστρονομικά, για τα δεδομένα της εποχής, ποσά, για να έχουν σταθερότητα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οι Ρώσοι αρνούνταν να συνδράμουν για τον αντίθετο λόγο.
Η ΕΣΣΔ έβλεπε με συμπάθεια την προσπάθεια του Μακαρίου για κατάργηση των Συνθηκών Εγγυήσεως και Συμμαχίας, που θα έβγαζε έξω από την Κύπρο τρία κράτη μέλη του ΝΑΤΟ, και αντέδρασε στις απειλές της Τουρκίας για εισβολή στην Κύπρο με αυστηρή διακοίνωση (31/12/1963). Οι ΗΠΑ ανταπάντησαν στην απόπειρα ανάμειξης της ΕΣΣΔ στα της Κύπρου με την προσπάθεια για ένωση με την Ελλάδα (Σχέδιο Άτσεσον), με αντάλλαγμα την παραχώρηση της Καρπασίας ως στρατιωτικής βάσης της Τουρκίας. Γι' αυτό ενθάρρυνε την κάθοδο στην Κύπρο της ελληνικής μεραρχίας, για να μπορέσει να ελέγξει την εσωτερική κατάσταση.
Ο Μακάριος αντέδρασε στα σχέδια των ΗΠΑ προκαλώντας τα πολεμικά επεισόδια στη Μανσούρα (1964) που διέλυσαν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ακολούθως στράφηκε στη Μόσχα και ζήτησε στρατιωτική βοήθεια. Η ΕΣΣΔ ανταποκρίθηκε θετικά και η Κύπρος παρέλαβε μικρό αριθμό πεπαλαιωμένων τανκς, πυροβόλων και οχημάτων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Μόσχα, αφού πούλησε οπλισμό στην Κύπρο, εξισορρόπησε τη σχέση της με την Τουρκία. Τον Ιανουάριο του 1965 ο Πρόεδρος Ποντγκόρνι επισκέφθηκε την Άγκυρα. Ακολούθησε επίσκεψη του ΥΠΕΞ Γκρομίκο τον Μάιο, και τον Αύγουστο πήγε στη Μόσχα ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ουργκουπλού. Τον Δεκέμβριο επισκέφθηκε την Τουρκία ο πρωθυπουργός της ΕΣΣΔ, Κοσίγκιν. Στο πλαίσιο αυτής της μετατόπισης πολιτικής, η ΕΣΣΔ, πρώτη και μόνη στην υφήλιο, υιοθέτησε την τουρκική θέση για "ομοσπονδιακή οργάνωση των δύο κοινοτήτων" στην Κύπρο.
Το 1967 έγινε προσπάθεια επαναφοράς του Σχεδίου Άτσεσον. Ο Μακάριος προκάλεσε την κρίση της Κοφίνου και έκανε ξανά θρύψαλα την απόπειρα ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Σύμφωνα με τα αμερικανικά αρχεία, οι Ρώσοι προσπάθησαν να αποσταθεροποιήσουν το ΝΑΤΟ "παρακινώντας τους Τούρκους να επέμβουν και λέγοντας στους Κύπριους ότι η Τουρκία μπλοφάρει". Το ζήτημα απασχόλησε συνεδρία του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ στις 27 Νοεμβρίου 1967.
Μετά την αποκλιμάκωση της κρίσης αυτής, ο Μακάριος στράφηκε προς τους Αμερικάνους. Νομιμοποίησε τους κατασκοπευτικούς σταθμούς που λειτουργούσαν χωρίς άδεια από το 1960 έναντι 1,2 εκατ. δολαρίων το χρόνο. Στις 25 Οκτωβρίου 1970 ο Μακάριος έγινε δεκτός από τον Νίξον στον Λευκό Οίκο. Του είπε πως η Κύπρος δεν θα γίνει Κούβα, ότι ήταν η φωνή της Δύσης στο Κίνημα των Αδεσμεύτων και πως δεν στηρίζεται στους Κύπριους κομουνιστές. "Με στηρίζουν διότι έχω λαϊκή αποδοχή, δεν τους στηρίζω για να αποκτήσω λαϊκή αποδοχή", του είπε.
Η Ρωσία εξακολουθούσε να στηρίζει φραστικά την ανεξαρτησία της Κύπρου, ενώ ταυτόχρονα βελτίωνε τις σχέσεις της με την Τουρκία. Τον Οκτώβριο του 1973, κατά τη διάρκεια του αραβοϊσραηλινού πολέμου, η Τουρκία διέθεσε τον εναέριό της χώρο στη Σοβιετική Ένωση για τη μεταφορά στρατιωτικών ενισχύσεων στη Συρία και την Αίγυπτο, εξαγριώνοντας τους Αμερικανούς.
Η εισβολή
Λιγότερο από ένα χρόνο μετά, η Σοβιετική Ένωση έδωσε τη συγκατάθεσή της στην Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο ως αντίδραση στο ελληνικό πραξικόπημα. Ο λόγος ήταν ξεκάθαρος: Εάν επικρατούσε το πραξικόπημα, θα γινόταν η ένωση με την Ελλάδα και η Κύπρος θα προσχωρούσε στο ΝΑΤΟ. Εάν έμπαινε η Τουρκία στην Κύπρο με ατζέντα την ανεξαρτησία η "νατοποίηση" θα αποτρεπόταν. Το παζάρι έγινε μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Γκιουνές και του πρέσβη της Ρωσίας στην Άγκυρα Γκρουπιάκοφ. Οι Τούρκοι δεσμεύτηκαν ότι δεν θα προσαρτούσαν την Κύπρο, ούτε θα επέτρεπαν την ένωση με την Ελλάδα. "Όσο βρίσκεται εκεί η τουρκοκυπριακή κοινότητα και όσο υπάρχει εκεί η στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας, μπορεί να προληφθεί το ενδεχόμενο της Ένωσης", είπε ο Γκιουνές στον Γκρουπιάκοφ.
Η ανοχή της ΕΣΣΔ ήταν ζωτικής σημασίας για την επιτυχία της εισβολής. Η Ρωσία είχε μεγάλο στόλο στη Μεσόγειο, ο οποίος ναυλοχούσε στο λιμάνι Ταρτούς της Συρίας. Ο μεγάλος φόβος των δυτικών, το 1974, ήταν ο κίνδυνος εμπλοκής της ΕΣΣΔ στην κυπριακή κρίση. Ο απόπλους έστω μέρους του στόλου προς την Κύπρο θα ήταν λόγος για τους Αμερικανούς να εξαναγκάσουν τους Τούρκους να κάνουν δεύτερες σκέψεις, όπως είχε συμβεί το 1964 και το 1967.
Η ΕΣΣΔ παρέμεινε θεατής, διότι έτσι υπαγόρευαν τα στρατηγικά συμφέροντά της. Αφενός, θα αποσταθεροποιούνταν οι σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας και αφετέρου, κολάκευε την Τουρκία που ήταν το ΝΑΤΟϊκό ανάχωμα στο να κατέβει η Σοβιετική Ένωση στη Μεσόγειο. Από το φόβο των Ρώσων, ο Κίσιγνκερ είχε αποφασίσει να διευκολύνει την Τουρκία στην εισβολή της στην Κύπρο και να περιορίσει τις συνέπειες στο ΝΑΤΟ, εξαναγκάζοντας την Ελλάδα, που ήταν αδύναμη και έφερε την ευθύνη για το πραξικόπημα, να μείνει αμέτοχη στην εισβολή.
Όταν ξέσπασε η εισβολή, η Ρωσία πήρε ξεκάθαρα τη θέση της Τουρκίας. Το ρωσικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων ΤΑΣΣ μετέδιδε ότι "τα στρατεύματα της Τουρκίας αντιμετωπίζουν τη λυσσώδη αντίδραση των πραξικοπηματιών". Όπως μαρτυρεί ο Αντρέας Ζιαρτίδης, ο πρέσβης της ΕΣΣΔ στην Κύπρο, αποπειράθηκε να εμποδίσει τον γ.γ. του ΑΚΕΛ Εζεκία Παπαϊωάννου να κυκλοφορήσει ανακοίνωση καταδίκης της εισβολής. Όταν ο Παπαϊωάννου έδειξε την ανακοίνωση στον Αστάβιν, αυτός αντέδρασε ως εξής: "Δεν θεωρούσε σωστό να εκδώσει το κόμμα ανακοίνωση καταδίκης της εισβολής".
Το ΑΚΕΛ, φυσικά, εξέδωσε την ανακοίνωση, όμως η Μόσχα συνέχισε να καλύπτει την τουρκική εισβολή. Στις δύο πρώτες κρίσιμες μέρες της εισβολής, η ΕΣΣΔ δεν άσκησε καμιά πίεση για κατάπαυση του πυρός, ενώ στις ρωσικές εφημερίδες δεν υπήρξε κάλυψη της εισβολής. Σε δήλωσή του, ο Μπρέζνιεφ (δημοσιεύτηκε στις 22 Ιουλίου στην Ουάσιγκτον Ποστ) ανέφερε ότι "στην Κύπρο υφίσταται απροκάλυπτη επίθεση του ελληνικού στρατιωτικού καθεστώτος και η ΕΣΣΔ απαιτεί παύση της στρατιωτικής ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις της Κύπρου".
Ο Μακάριος, ο οποίος ανέμενε έμπρακτη υποστήριξη από την ΕΣΣΔ, απογοητεύτηκε φρικτά. Όταν οι προσπάθειές του για αποτελεσματική στήριξη στο Σ. Ασφαλείας δεν έβρισκαν ανταπόκριση, είπε πως "το ενδιαφέρον της Ρωσίας για το Κυπριακό δεν είναι γνήσιο".
Κατά τη διάρκεια της διάσκεψης της Γενεύης που έγινε μεταξύ πρώτης και δεύτερης εισβολής, ο Σοβιετικός αντιπρόσωπος Μίνιν ενδιαφερόταν μόνο να μην υπάρξει ΝΑΤΟϊκή ρύθμιση του Κυπριακού. Και όταν ξέσπασε ο δεύτερος γύρος της εισβολής, ο σταθμός "Φωνή της Μόσχας", που μετέδιδε στα ελληνικά, ανέφερε πως ΝΑΤΟϊκά στρατεύματα (όχι τουρκικά) συνεχίζουν τις επιχειρήσεις τους στην Κύπρο.
ΝΑΤΟ- CIA - Προδοσία
Από την ολοκλήρωση της εισβολής και μετά, η θέση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν πως υπήρξε στην Κύπρο επέμβαση του ΝΑΤΟ (Τουρκία, Ελλάδα, Βρετανία). Η Μόσχα ζητούσε απόσυρση των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ από την Κύπρο, περιλαμβανομένων των Βάσεων. Ακόμη, αμφισβήτησε την αποτελεσματικότητα των βρετανικών εγγυήσεων και διεκδικούσε ρόλο εγγυητή σε μια μελλοντική διευθέτηση.
Στις 23 Αυγούστου 1974 η Σοβιετική Ένωση υπέβαλε την πρότασή της για τη σύγκλιση διεθνούς διάσκεψης για το Κυπριακό με τη συμμετοχή των πέντε μελών τού ΣΑ, της Κύπρου, της Ελλάδας και της Τουρκίας, καθώς και άλλων αδεσμεύτων χωρών. Σκοπός της διάσκεψης θα ήταν να εξασφαλιστεί η αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων, χωρίς να κατονομάζονται τα τουρκικά. Σε αυτά, εκτός από την υποτυπώδη παρουσία της Ελλάδας (ΕΛΔΥΚ), περιλάμβανε και τα βρετανικά.
Με την πρότασή της, η Σοβιετική Ένωση προσφερόταν να συμμετέχει σε ένα σχέδιο εγγυήσεων, επικαλούμενη τις μη αποτελεσματικές βρετανικές εγγυήσεις. Η πρόταση της Μόσχας ήταν μια εύηχη προσφορά προς την ελληνική πλευρά, αλλά και μια συνταγή στασιμότητας για τη μη λύση του Κυπριακού, καθώς ήταν -και αποδείχθηκε- ανέφικτη.
Μηδαμινή ήταν η ανταπόκριση της ΕΣΣΔ και στην έκκληση της Κύπρου προς τη διεθνή κοινότητα για ανθρωπιστική βοήθεια. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1974 ο πρέσβης Αστάβιν ανακοίνωσε τη "γενναία δωρεά" της χώρας του: 500 τόνοι ζάχαρη, 500 τόνοι σπορέλαιο, 10.000 κυτία γάλα Μάνα, και 50.000 κονσέρβες ιχθύος ("κουτοτσάρτελα"). Για σκοπούς σύγκρισης, η συνολική ξένη βοήθεια για την ανακούφιση των προσφύγων μέχρι το τέλος του 1975 ήταν 52 εκατ. δολάρια, εκ των οποίων τα 25 εκατ. δόθηκαν από τις ΗΠΑ.
Στα μέσα Σεπτεμβρίου έφτασε ατμοπλοϊκώς στην Κύπρο ο υφυπουργός Εξωτερικών της ΕΣΣΔ Λεονίτ Ιλιτσόφ. Χιλιάδες κόσμου έσπευσαν στο λιμάνι να τον υποδεχτούν σαν απελευθερωτή με το σύνθημα "ΝΑΤΟ - CIA - Προδοσία" (Ο υπογράφων ήταν ένας από αυτούς). Τελικά, δεν έφερε απολύτως τίποτα. Ύστερα από συνάντηση που είχε με τον προεδρεύοντα Γλαύκο Κληρίδη, δήλωσε πίστη στην ανεξαρτησία, κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα και την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων, χωρίς να αναφέρεται στα τουρκικά.
Η Σοβιετική Ένωση, με προπέτασμα την πρόταση για διεθνή διάσκεψη και με αιχμή της ρητορικής της την επέμβαση του ΝΑΤΟ στην Κύπρο, συντηρούσε ένα κλίμα που χάιδευε τα αφτιά των Ελληνοκυπρίων, όμως, στην ουσία, εργαζόταν για την εδραίωση του στάτους κβο.
Ένα από τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι Τούρκοι ήταν η αδυναμία αεροπορικής σύνδεσης των κατεχομένων με τον έξω κόσμο, λόγω έλλειψης υποδομής. Ο τουρκικός στρατός επισκεύασε στα γρήγορα τον αεροδιάδρομο που υπήρχε στην Τύμπου, όμως δεν υπήρχαν τα κατάλληλα αεροπλάνα για να τον χρησιμοποιήσουν. Η Σοβιετική Ένωση τους πρόσφερε αεροπορικό σέρβις με μικρά αεροπλάνα YAK. Η ανάμιξη της ΕΣΣΔ εξαγρίωσε τους Αμερικανούς, και σε σύσκεψη που έγινε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ στις 16 Νοεμβρίου 1974 ο υφυπουργός Εξωτερικών για ευρωπαϊκές υποθέσεις, Γουέλς Στάμπλερ, είπε: "Νομίζω ότι θα πρέπει να κάτσουμε κάτω και να μιλήσουμε ευθέως σαν σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και να τους ρωτήσουμε αν πραγματικά θέλουν να δημιουργήσουν σοβιετική βάση στην Κύπρο".
Ευλογία το εμπάργκο
Μια από τις σοβαρότερες επιπτώσεις για την Τουρκία, από την εισβολή, ήταν το εμπάργκο στην πώληση όπλων που επέβαλε το Κογκρέσο τον Φεβρουάριο του 1975. Δύο μέρες αργότερα, ύστερα από έκτακτη συνεδρία τού τουρκικού υπουργικού συμβουλίου, η Άγκυρα ανακοίνωσε ότι θεωρούσε τις διμερείς αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ "μη ισχύουσες". Ακολούθως, έκλεισε το υψηλής τεχνολογίας αμερικανικό δίκτυο επικοινωνιών που ήταν στοχευμένο προς τη Σοβιετική Ένωση και θεωρείτο το πιο προηγμένο επίγειο σύστημα παρακολούθησης στον κόσμο.
Το κυπριακό δράμα επέφερε τα πρώτα σημαντικά οφέλη στη Μόσχα. Μεταξύ 29 Ιουλίου και 2 Αυγούστου 1975, έγινε στο Ελσίνκι η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Τριανταπέντε ηγέτες χωρών από όλη την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και τον Καναδά, από τον Φορντ και τον Μπρέζνιεφ, μέχρι τον Μακάριο, τον Καραμανλή και τον Ντεμιρέλ, υπέγραψαν την Τελική Πράξη του Ελσίνκι. Η κρίση στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας ήταν το θέμα που μονοπώλησε το ενδιαφέρον στις πολιτικές συζητήσεις.
Ο Πρόεδρος Φορντ είχε ένα μακράς διάρκειας πρόγευμα με τον Ντεμιρέλ και προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να τον πείσει να αποδεχτεί οικονομική βοήθεια ύψους 50 εκατομμυρίων δολαρίων, σαν αντιστάθμισμα στην επιβολή του εμπάργκο. Την επομένη, ο ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Λεονίντ Μπρέζνιεφ συνάντησε τον Ντεμιρέλ και του πρότεινε συμφωνία για την προμήθεια στην Τουρκία σοβιετικού εξοπλισμού. Οι ΗΠΑ κυριεύθηκαν από πανικό και ο Κίσινγκερ εκλιπαρούσε την Τουρκία να μην δελεαστεί από το σοβιετικό φλερτ.
Τον Ιούλιο του 1978 η τουρκική πλευρά ζητούσε διακαώς συνομιλίες και πρόσφερε το Βαρώσι και την άμεση επιστροφή 35.000 προσφύγων με την έναρξη των συνομιλιών. Ο λόγος ήταν η συζήτηση που θα γινόταν στο Κογκρέσο για το εμπάργκο. Η πρόταση έγινε το μεσημέρι της 19ης Ιουλίου 1978. Το βράδυ, ο Σπύρος Κυπριανού, από τον προμαχώνα της Πλατείας Ελευθερίας διακήρυξε ότι η προσφορά ήταν επικοινωνιακό τέχνασμα και την απέρριψε. Σε δύο μήνες το Κογκρέσο ψήφισε νόμο που καταργούσε το εμπάργκο, χωρίς κανένα αντάλλαγμα.
Αμέσως μετά, οι ΗΠΑ, μαζί με τη Βρετανία και τον Καναδά, υπέβαλαν το λεγόμενο αγγλο-αμερικανο-καναδικό σχέδιο, το οποίο πρόβλεπε αυτό που συζητούμε σήμερα, αλλά με σαφώς πιο ευνοϊκούς όρους (περισσότερα εδάφη, περιορισμένος εποικισμός, δυνατότητα επιστροφής προσφύγων που δεν είχαν ριζώσει αλλού). Με την αποδοχή του σχεδίου, θα επιστρεφόταν αμέσως η Αμμόχωστος.
Το ΑΚΕΛ αντιμετώπισε το σχέδιο θετικά. Όπως μαρτυρεί ο Αντρέας Φάντης, η Κεντρική Γραμματεία του κόμματος, υπό τον Παπαϊωάννου, έκρινε το σχέδιο πολύ θετικό, "που θα οδηγούσε, επιτέλους, το Κυπριακό στη λύση του". Με την ανησυχία ότι ο Κυπριανού μπορούσε να βιαστεί και να το απορρίψει, το ΑΚΕΛ άρχισε επαφές με στελέχη του ΔΗΚΟ, στα οποία είχε επιρροή, για να πείσουν τον Κυπριανού, ο οποίος ήταν άρρωστος στο κρεβάτι. Επίσης, ζήτησε επαφή με τον αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο, για να τον πείσουν.
Λίγες μέρες μετά, ο πρέσβης της ΕΣΣΔ Σεργκέι Αστάβιν κάλεσε σε γεύμα στο σπίτι του τα μέλη της Γραμματείας και μερικά μέλη του Πολιτικού Γραφείου του ΑΚΕΛ. Στη διάρκεια του γεύματος και στην πολιτική συζήτηση που έγινε μετά από αυτό, ο Αστάβιν έδωσε απορριπτική κατεύθυνση. Αυτό ήταν αρκετό. Την επομένη, η Κεντρική Γραμματεία αναθεώρησε την αρχική απόφασή της. Ακολούθως, το Πολιτικό Γραφείο και η Κεντρική Επιτροπή αποδέχθηκαν την εισήγηση για απόρριψη του πλαισίου λύσης του Κυπριακού των τριών δυτικών χωρών. Προηγήθηκε και σχόλιο του ΤΑΣΣ ότι το αμερικανό-αγγλο-καναδικό σχέδιο ήταν επέμβαση του ΝΑΤΟ στις υποθέσεις του κυπριακού λαού.
Μακάριος στη Μόσχα!
Η κυπριακή κοινωνία δεν είχε αντιληφθεί (μέχρι σήμερα έχει το ίδιο πρόβλημα) ότι το Κυπριακό χρησιμοποιείτο από τρίτους για δικούς τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς. Το σύνθημα "Μακάριος στη Μόσχα" κυριαρχούσε στα συλλαλητήρια καταδίκης της εισβολής σαν το αντίδοτο στην επέμβαση του ΝΑΤΟ στην Κύπρο. Όμως, παρά τις προσπάθειες, ο Μακάριος πέθανε και δεν πήρε πρόσκληση.
Όταν ανήλθε στην εξουσία ο Σπύρος Κυπριανού, το σκηνικό επαναλήφθηκε. Ύστερα από πέντε χρόνια προσπάθειας, πήρε πρόσκληση για να επισκεφθεί τη Μόσχα, στις 28 Οκτωβρίου 1982. Όπως θυμάται ο Νίκος Ρολάνδης, που ήταν μέλος της αποστολής, ο Μπρέζνιεφ δεν ήταν καλά και σε λίγες μέρες πέθανε. Ο πρωθυπουργός Νικολάι Τιχόνοφ και ο υπουργός Εξωτερικών Γκρομίκο έπαιρναν τις αποφάσεις. Οι διαβουλεύσεις για την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος κόλλησαν στις διαφορετικές προτεραιότητες:
Η κυπριακή πλευρά επέμενε σε έντονη αναφορά στο Κυπριακό. Αντιθέτως, η Σοβιετικοί επέμεναν σε ήπια αναφορά στο Κυπριακό και έντονη αναφορά ενάντια στις Βρετανικές Βάσεις στην Κύπρο και δεν δέχονταν με κανένα τρόπο αναφορά σε Τουρκία και τουρκικό στρατό στην Κύπρο. Σε κάποια στιγμή, όπως μαρτυρεί ο Ρολάνδης, ο υφυπουργός Εξωτερικών Μάλχεβ είπε σε έντονο ύφος: "Δεν σας καλέσαμε εδώ για να καταστρέψετε τις σχέσεις μας με την Τουρκία"!
Αυτές ήταν οι διαχρονικές θέσεις αρχής της Μόσχας στο Κυπριακό. Η υποδαύλιση της κρίσης στο ΝΑΤΟ και η χρησιμοποίηση του άλυτου Κυπριακού, για να αποκτήσει οφέλη από την Τουρκία.
Το σήμερα
Όποιος πιστεύει ότι στον σημερινό κόσμο υπάρχουν κράτη που ακολουθούν πολιτική αρχών, δεν έχει ιδέα από διεθνή διπλωματία. Και όποιος υποστηρίζει ότι η πολιτική της Μόσχας στο Κυπριακό ήταν σταθερά υποστηρικτική προς την Κύπρο, είτε είναι ανιστόρητος, είτε συνειδητά κοροϊδεύει τον κόσμο.
Όπως η Σοβιετική Ένωση, έτσι και η σημερινή Ρωσία παίζει για τα δικά της συμφέροντα και κανενός άλλου. Σήμερα απλώς άλλαξαν οι παράμετροι: τότε ήταν οι σχέσεις Τουρκίας και ΝΑΤΟ, σήμερα είναι οι σχέσεις Τουρκίας - ΕΕ.
Η Τουρκία είναι και πάλι το μήλον της έριδος μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αλλά για διαφορετικό λόγο. Ο ανταγωνισμός είναι για τους αγωγούς μεταφοράς της ενέργειας. Η ΕΕ επιχειρεί απεξάρτηση από τη Ρωσία, όμως αυτό εξαρτάται από τις αποφάσεις της Τουρκίας που εδραιώθηκε ως χώρα-διανομέας των αγωγών. Αν απεγκλωβιστεί η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, οι προτεραιότητές της θα είναι στην Ευρώπη, αν μπλοκαριστεί, θα στραφεί στην Ανατολή. Τουτέστιν, μεταξύ Κύπρου και Ρωσίας υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων για τον πιο δρόμο θα πάρει η Τουρκία.
Η εμπειρία του 2004, όταν το ΑΚΕΛ άλλαξε θέση την τελευταία στιγμή, μοιάζει πολύ με το πώς μεταμορφώθηκε το 1984. Κι αν είναι ορθή η πληροφορία ότι ο Χριστόφιας ζήτησε πρόσφατα από τη Ρωσία να δράσει έγκαιρα και "να μην το κάνει την τελευταία στιγμή όπως το 2004", αυτό ίσως να δίνει την ερμηνεία της μεγάλης μεταστροφής της Μεγάλης Παρασκευής, αλλά και του τι μπορεί να γίνει σήμερα. Το ζήτημα είναι κατά πόσο το μέλλον της Κύπρου θα κριθεί με βάση τα ρωσικά συμφέροντα, ή τα δικά μας...
Πολίτης, 09/10/2010
+
"Μοναχὴ τὸ δρόμο ἐπῆρες,
ΑπάντησηΔιαγραφήἐξανάλθες μοναχή·
δὲν εἴν' εὔκολες οἱ θύρες
ἐὰν ἡ χρεία τὲς κουρταλῇ"
«не предайте нас братья»
Διαγραφήμην προδώσετέ μας αδέρφκια!
...
Μετά την έκρηξη στο Μαρί, η επόμενη στιγμή που σφράγισε τη θητεία του αλλά και την τύχη της Κύπρου ήταν η απόφαση για το ελληνικό PSI στις 26 Οκτωβρίου 2011. Αδύναμος να κατανοήσει τις πολύπλοκες οικονομικές διεργασίες στην Ευρωζώνη, ευρισκόμενος σε πλήρη ρήξη με τον κεντρικό τραπεζίτη της Κύπρου Αθανάσιο Ορφανίδη, ο Κύπριος πρόεδρος δεν αντιλήφθηκε το βάρος που επωμιζόταν για τη χώρα του.
Η κυπριακή κυβέρνηση αποδέχθηκε την απόφαση για το ελληνικό PSI χωρίς καν να διαπραγματευθεί με την Ευρωζώνη τη συμπερίληψη και των κυπριακών τραπεζών στο πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών. Αυτή η εγκληματική αμέλεια οδήγησε πολύ απλά στην επιβάρυνση του κυπριακού τραπεζικού συστήματος με το τερατώδες για τα κυπριακά μεγέθη ποσό των 4,5 δισ. ευρώ. Είχε προηγηθεί το ναυάγιο με τη Λαϊκή-Μαρφίν, για το οποίο και πάλι είχε κατηγορηθεί το Προεδρικό Μέγαρο για προνομιακές σχέσεις με τον επιχειρηματία Α. Βγενόπουλο.
Τον Μάιο του 2012 τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν για την Κύπρο, η οποία άρχισε να πιέζεται από τους εταίρους για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του τραπεζικού συστήματος αλλά και για διορθωτικές κινήσεις στην οικονομία.
Ο Δ. Χριστόφιας, γαλουχημένος με την (ιδεολογική) αφοσίωση στη Μόσχα και υπολογίζοντας ότι είναι δεδομένη και «αιώνια» η σχέση της Ρωσίας με την Κύπρο, δεν έδειξε να ανησυχεί. Στράφηκε στον (πρώην) σύντροφο Πούτιν ζητώντας δάνειο 5 δισ. ευρώ. Με το ποσό αυτό θα μπορούσαν να αναχρηματοδοτηθούν οι τράπεζες και έτσι να ξεφύγει τα δύσκολα η Κύπρος. Ο κ. Χριστόφιας και οι σύμβουλοί του πίστευαν ότι όπως είχε δοθεί πριν από λίγους μήνες ρωσικό δάνειο 2,5 δισ., έτσι εύκολα θα έφθαναν και τα 5 δισ. που είχε ανάγκη η Κύπρος.
Πέρασε ένα κρίσιμο διάστημα αλλά δεν υπήρχε ανταπόκριση από τη ρωσική πλευρά. Τα μηνύματα και οι ψυχρές δηλώσεις προφανώς δεν εκτιμήθηκαν όπως θα έπρεπε από τη Λευκωσία, που ζούσε στις ψευδαισθήσεις της Σοβιετικής Ενωσης. Δεν μπορούσε να αντιληφθεί τις αλλαγές που είχαν υπάρξει και στην ιδία τη Ρωσία. (Ολοι θυμούνται την αμηχανία που υπήρξε στον Β. Πούτιν και στο επιτελείο του όταν σε παλαιότερη συνάντησή του με τον Δ. Χριστόφια άκουγε τον Κύπριο Πρόεδρο με παιδικό ενθουσιασμό να εξυμνεί τη Σοβιετική Ενωση, με την οποία ως γνωστόν ο κ. Πούτιν ήθελε να κόψει κάθε δεσμό.)
Η τρόικα είχε ήδη εμφανιστεί στην Κύπρο και ενώ τα ΜΜΕ έστρεφαν τον φακό τους στην καλλίγραμμη Ρουμάνα που ήταν επικεφαλής, ο κλοιός στηνόταν γύρω από την Κύπρο.
....
Η νάρκη που πάτησε ο κόκκινος Χριστόφιας
(Νίκου Μελέτη στο Έθνος)
Σερβία...όπως Κύπρος;
ΑπάντησηΔιαγραφή