Με αφορμή τα σχόλια και την ανάρτηση "Τα μουστάκια της βετεράνας" στου Νίκου Σαραντάκου και τη δυσκολία ή άρνηση της ελληνικής γλώσσας να αποδεχτεί θηλυκές επαγγελματικές καταλήξεις στο επίσημο ύφος της (στο ανεπίσημο/λαϊκό τις αποδέχεται, τις βετεράνες, βουλευτίνες/-ίδες/εύτριες, αρχαιολόγες, δικάστριες, διπλωμάτισσες, κτλ, θέμα που είχε συζητηθεί και παλαιότερα στο "Καλτσοδέτα και βουλευτίνα") Έτσι στον επίσημο λόγο επικρατούν τα επίκοινα ουσιαστικά σε -ος, ο/η πολιτικός με πληθυντικό τον αγγλισμό women politicians, γυναίκες πολιτικοί· αυτοί λεν βέβαια και female politicians, θηλυκοί πολιτικοί. Γενικά, δεν έχουν διάθεση οι ελληνίδες να φορέσουν τα σημαδεμένα, ακόμα και όταν είναι στο ύφος ουδέτερα, όπως η φουνταριστή πολίστρια που είπε πως παίζει φουνταριστός· έτσι είθισται.
Επισήμανε λοιπόν κάποιος πως η βετεράνα θυμίζει την πουτάνα (γιατί όχι την νταρντάνα;) και θυμήθηκε ο Νίκος το αρχικό γαλλικό κείμενο που παρουσιάζω στο τέλος. Πρώτα θα δούμε το ελληνικό και το ισπανικό. Δεν είναι αυτούσια μα διασκευασμένα με προσθαφαιρέσεις και σχόλια.
Το ελληνικό πρέπει να κυκλοφόρησε πέρυσι. Το ισπανικό έχει βγει και σε βιβλίο Los mejores chistes y ocurrencias que circulan en internet του 2004. (Τα καλύτερα αστεία και συμβάντα που κυκλοφορούν στο ίντερνετ) Το γαλλικό, έχει κυκλοφορήσει και αυτό σε βιβλίο ανεκδότων και το πρωτανιχνεύω στο γλωσσικό forum του antimoon το 2007.
Αυτό που κάνει εντύπωση στα γαλλικά είναι που σου δίνει την επιλογή να χρησιμοποιήσεις το στοιχείο του χαριτωμένου ευφημισμού, που εν πολλοίς λείπει από τα νέα ελληνικά: κορίτσι της χαράς, προπονήτρια, ποδηλάτισσα, περιπατητική φιλόσοφος. Αντίθετα η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών συνωνύμων της πόρνης είναι χυδαία και προβλεπόμενα κατά το γαλλικό cochonne, γουρούνα.
Περιέργως δεν βρήκα αντίστοιχα αγγλικά, ιταλικά ή γερμανικά. Ίδωμεν.
αγοράκι με μεγαλίστικα ρούχα = αντράκι
κοριτσάκι με μεγαλίστικα ρούχα = πουτανάκι
αγόρι του δρόμου = μαγκάκι
κορίτσι του δρόμου = πουτανάκι
γυναικάς = γόης
ως έννοια στέκει η αντίθεση αλλά ως μονολεκτικό
φιλαντρού = στα κρητικά αυτή που απλώς αγαπάει, προσέχει τους άντρες
(φίλανδρος γυνή)...σκέτο το αντρού μπορεί να σημαίνει και αντρογυναίκα.
μασέρ = φυσικοθεραπευτής
μασέζ = εργάτρια του σεξ
μαίτρ = δάσκαλος, γνώστης, βιρτουόζος
μαιτρέσα = η σπιτωμένη ερωμένη
άντρας ανήθικος = πούστης, πολιτικός
γυναίκα ανήθικη = πουτάνα
κοινός άντρας =αδιάφορος άντρας
κοινή γυναίκα = κοινόχρηστη
εύκολος άντρας = καλόβολος
εύκολη γυναίκα = πουτάνα
άντρας πολύδεσμος = μπερμπάντης
γυναίκα πολύδεσμη = πουτάνα
άντρας χωρισμένος = διαζευγμένος
γυναίκα χωρισμένη= πουτάνα
άντρας μοιχός = άντρας
γυναίκα μοιχαλίδα = πόρνη
(γιαυτό o ξεφτίλας κερατάς αρουχαλίζεται
μα η κερατού σαν Πηνελόπη ψιχαλίζεται)
ένας άντρας με προστάτη = άρρωστος
μια γυναίκα με προστάτη = πόρνη >>
δημόσιος άνδρας, πολιτικός Vs δημόσια γυναίκα, πολιτικιά
παστρικός = καθαρός, τίμιος
παστρικιά = πόρνη επειδή συχνολούζεται
καλντεριμιτζής = αυτός που φτιάχνει καλντερίμια
καλντεριμιτζού = πόρνη >>
(kaldırımcı, kaldırımcu
> καλός δρόμος, καλλίδρομο, καλλιδρόμιο)
((καλλιδρομητής = οδοστρωτής
καλλιδρόμαινα = γκόμενα του καλλιδρομίου
καλλιδρομώ = πεζοδρομώ
....καλλιδρόμηση = η αξιόλογη, εικαστική πεζοδρόμηση))
και μερικά αρχαία
εταίρος = σύντροφος, μέλος εταιρίας
εταίρα = σοφιστικέ πουτάνα φιλόσοφος >>
ὁ δημιουργός = τεχνίτης
ἡ δημιουργός = πόρνη
δήμιος = δήμιος (δούλος εκτελεστής)
δημία = πόρνη
δρομεύς ἀνήρ
δρομὰς γυνή = πόρνη
πανδόσιος = αυτός που δίνει τα πάντα (αμαρτύρητο)
πανδοσία = πόρνη
(πόρνη σημαίνει η πουλημένη, η πουτάνα μέσω Ιταλίας
ετυμολογείται είτε από το λατινικό puta, κόρη, είτε putida, βρώμικη, σάπια.
Πέρασε και στα αγγλικά, poontang και poon)
...Demostración de que la lengua española no es machista en absoluto....
>>
Alegre = feliz, medio borracho, χαρούμενος, αλαφρομέθυστος
Alegrona = alegre y puta, αλέγκρα και πουτάνα
κοριτσάκι με μεγαλίστικα ρούχα = πουτανάκι
αγόρι του δρόμου = μαγκάκι
κορίτσι του δρόμου = πουτανάκι
γυναικάς = γόης
ως έννοια στέκει η αντίθεση αλλά ως μονολεκτικό
φιλαντρού = στα κρητικά αυτή που απλώς αγαπάει, προσέχει τους άντρες
(φίλανδρος γυνή)...σκέτο το αντρού μπορεί να σημαίνει και αντρογυναίκα.
μασέρ = φυσικοθεραπευτής
μασέζ = εργάτρια του σεξ
μαίτρ = δάσκαλος, γνώστης, βιρτουόζος
μαιτρέσα = η σπιτωμένη ερωμένη
άντρας ανήθικος = πούστης, πολιτικός
γυναίκα ανήθικη = πουτάνα
κοινός άντρας =αδιάφορος άντρας
κοινή γυναίκα = κοινόχρηστη
εύκολος άντρας = καλόβολος
εύκολη γυναίκα = πουτάνα
άντρας πολύδεσμος = μπερμπάντης
γυναίκα πολύδεσμη = πουτάνα
άντρας χωρισμένος = διαζευγμένος
γυναίκα χωρισμένη= πουτάνα
άντρας μοιχός = άντρας
γυναίκα μοιχαλίδα = πόρνη
(γιαυτό o ξεφτίλας κερατάς αρουχαλίζεται
μα η κερατού σαν Πηνελόπη ψιχαλίζεται)
ένας άντρας με προστάτη = άρρωστος
μια γυναίκα με προστάτη = πόρνη >>
δημόσιος άνδρας, πολιτικός Vs δημόσια γυναίκα, πολιτικιά
παστρικός = καθαρός, τίμιος
παστρικιά = πόρνη επειδή συχνολούζεται
καλντεριμιτζής = αυτός που φτιάχνει καλντερίμια
καλντεριμιτζού = πόρνη >>
(kaldırımcı, kaldırımcu
> καλός δρόμος, καλλίδρομο, καλλιδρόμιο)
((καλλιδρομητής = οδοστρωτής
καλλιδρόμαινα = γκόμενα του καλλιδρομίου
καλλιδρομώ = πεζοδρομώ
....καλλιδρόμηση = η αξιόλογη, εικαστική πεζοδρόμηση))
και μερικά αρχαία
εταίρος = σύντροφος, μέλος εταιρίας
εταίρα = σοφιστικέ πουτάνα φιλόσοφος >>
ὁ δημιουργός = τεχνίτης
ἡ δημιουργός = πόρνη
δήμιος = δήμιος (δούλος εκτελεστής)
δημία = πόρνη
δρομεύς ἀνήρ
δρομὰς γυνή = πόρνη
πανδόσιος = αυτός που δίνει τα πάντα (αμαρτύρητο)
πανδοσία = πόρνη
(πόρνη σημαίνει η πουλημένη, η πουτάνα μέσω Ιταλίας
ετυμολογείται είτε από το λατινικό puta, κόρη, είτε putida, βρώμικη, σάπια.
Πέρασε και στα αγγλικά, poontang και poon)
...Demostración de que la lengua española no es machista en absoluto....
>>
Alegre = feliz, medio borracho, χαρούμενος, αλαφρομέθυστος
Alegrona = alegre y puta, αλέγκρα και πουτάνα
Zorro αλεπού, ζορό= Héroe justiciero ήρωας του δικαίου
Zorra = Puta, astuta, atractiva πόρνη, πανούργα, ελκυστική
Perro = Mejor amigo del hombre
Σκύλος = καλύτερος φίλος του ανθρώπου
Σκύλος = καλύτερος φίλος του ανθρώπου
Perra = Puta, σκύλα = πόρνη
(το ελληνικό σκύλα δεν σεξουαλίζει,
κοντοφέρνει στο στρίγγλα, shrew,vixen, harpy, άρπυια
(το ελληνικό σκύλα δεν σεξουαλίζει,
κοντοφέρνει στο στρίγγλα, shrew,vixen, harpy, άρπυια
Cualquier = Fulano, Mengano, Zutano (κάποιος = ο τάδε, ο δείνα)
Cualquiera = Puta μια αποτέτοια, μια όποιανάναι
το αντίστοιχο ελληνικό είναι το τοιούτος· τοιαύτη δεν αποχτήσαμε
το αντίστοιχο ελληνικό είναι το τοιούτος· τοιαύτη δεν αποχτήσαμε
Callejero = de la calle, του δρόμου, αδέσποτος
Callejera = Puta
Hombrezuelo = Hombrecillo, αντράκι, αντρίκος
Mujerzuela = Puta γύναιο
Hombre público = Personaje prominente. Funcionario público.
Mujer pública = Puta
Hombre de la vida = Hombre de gran experiencia
Άντρας της ζωής έμπειρος
Άντρας της ζωής έμπειρος
Mujer de la vida = Puta
(στα ελληνικά πάντως το επίκοινο παλιά πουτάνα δηλώνει τον έμπειρο)
(στα ελληνικά πάντως το επίκοινο παλιά πουτάνα δηλώνει τον έμπειρο)
...........................
Un homme à femmes : c'est un séducteur,charmeur, casanova
Une femme à hommes : c'est une pute
Un entraîneur : c'est un homme qui entraîne une équipe sportive (προπονητής
Une entraîneuse : c'est une pute (και τίτλος ταινίας,
αρχικά νυχτομαγαζάτειρα, ερωτογκαρσόνα,
στην εποχή μας και προπονήτρια)
αρχικά νυχτομαγαζάτειρα, ερωτογκαρσόνα,
στην εποχή μας και προπονήτρια)
Un professionnel : travailleur de haut niveau
Une professionnelle : c'est une pute
Une coureuse : c'est une pute (δρομάδα, τρεχαλατζού)
Un rouleur : c'est un grand cycliste (ποδηλάτης)
Une rouleuse : c'est une pute (obsolète, κυλιόμενη/ποδηλάτισσα)
Un turfeur : c'est un homme qui prend les paris
ένας τύρφης, γηπεδομούρης: αυτός που παίρνει τα στοιχήματα
ένας τύρφης, γηπεδομούρης: αυτός που παίρνει τα στοιχήματα
Une turfeuse : c'est une pute μια τύρφαινα, γηπεδομούρα, η νταβατζωμένη πόρνη
Une masseuse : c'est une pute
Une rabatteuse : c'est une pute qui turbine
Un homme cochon, c'est un homme qui mange salement
ένας γουρούνης, που τρώει βρωμιάρικα
Une femme cochonne, c'est une pute
(ο έρωτας περνάει απ' το στομάχι)
Un homme cochon, c'est un homme qui mange salement
ένας γουρούνης, που τρώει βρωμιάρικα
Une femme cochonne, c'est une pute
(ο έρωτας περνάει απ' το στομάχι)
Une femme qui fait le trottoir : c'est une pute (αυτή που κάνει, τροτέζα, street-walker)
(trotteur = στραταρίδα, trotteuse = φοράδα ιπποδρόμου)
(trotteur = στραταρίδα, trotteuse = φοράδα ιπποδρόμου)
Un courtisan : c'est un homme qui est proche du roi (αυλικός)
Une courtisane : c'est une pute (αυλικιά, κουρτεζάνα, πόρνη πολυτελείας)
Un gars : c'est un jeune homme (garçon, boy)
Un péripatéticien : c'est un homme partisan de la doctrine d'Aristote
Un homme public : c'est un homme connu
Une femme commune : c'est une pute
Un homme de petite vertu : cela ne se dit pas, sauf pour les avocats
Une femme de petite vertu : c'est une pute
Une femme facile : c'est une pute
Un homme sans moralité : c'est un politicien
Une femme sans moralité : c'est une pute...
I Am Woman (Hear Me Roar): http://www.youtube.com/watch?v=mmifO2sKT7g
ΑπάντησηΔιαγραφή;-)
Not a novice any longer,
ΑπάντησηΔιαγραφήoldish tales made her stronger :-)