Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2019

Λε-φτερώνοντας τους άλλους (Συνεργατικά Ψυχογραφεία)




Λαγός χελώνα κόρδευε και αραχτός καθόταν,
μα η χελώνα φτέρωσε και απογειωνόταν.

Σε βάρκα δίπλα πέταξε, Μούσα συνοδηγούσε,

σε κόρη που με μάσκα της incognita λαλούσε: 

Πέρα στην άκρη του γκρεμού πριν χόρευα με θέα

άλλα πουλιά, μα τώρα πια ετερόφτερη είμαι μαία.

Δεν ξέρω αν ήθελες τα μάτια να μου ανοίξεις,

και αν στα αυτιά μου διδαχή στόχευες να κομίσεις.
Ξέρω μόνο πως έγινες για λίγο τα φτερά μου,
και φτέρωσες την άφωνη κι ά-σχημη μοναχιά μου. 


AEON & ΨΧάκι

Δεν ξέρω αν προσδοκούσατε μάτια μου να ανοιχτούνε,

και αν στα αυτιά μου διδαχές σκοπό είχατε να μπούνε.
Ξέρω μόνο πως γίνατε για λίγο τα φτερά μου,
φτερώσατε την άφωνη κι ά-σχημη μοναχιά μου.

Χαρταετοί τα όνειρα μοιάζουνε των παιδιών,

μέχρι να μεγαλώσουνε, ζουν χρόνο δανεικό.

Όταν η θάλασσα μικρή σου πέφτει και ο κόσμος,
στο χέρι με θηλιά βουτάς στων ουρανών τον δρόμο,

εγώ κρατάω τη θηλιά να αεροβατήσεις, φως μου,

κι όταν χορτάσεις ουρανό, σε προσγειώνω εντός μου. 

Φτερώνοντας άλλη ψυχή στα συνεργογραφεία,

και η δική σου πίνει ανθό, δύναμη κι ευτυχία.


«Λε-φτερώνοντας τους άλλους»

κατά το πείραμα «Διαβάζοντας για τους άλλους»,
την κοινότητα των τυφλών,
έτσι ήρθε ιδέα για Συνεργατικά Ψυχογραφεία,
συνεργασία ψυχολόγων/καλλιτεχνών
για αναφτέρωση ασθενών ψυχών,
από το στίχο «σ' ευχαριστώ που έγινες
για λίγο τα φτερά μου».
Μόλις τον είδα, λέω, αν δεν ήμουν
φλώρος υγιεινιστής, θα το έκανα τατουάζ,
οπότε πρέπει να βρω υποκατάστατα,

τοίχους, εικόνες, χαρτοπετσέτες, ό,τι βρίσκεται.
Είναι το ευχαριστώ απέναντι στο οποιοδήποτε έργο
για τον λίγο χρόνο που δανείστηκες τα φτερά του,
πέταξες, συναρπάστηκες, πήρες ιδέες, και ξεχάστηκες. 
Δυόμιση λεπτά συν εννιάμιση
το κινούμενο.

  

Με ένα κινηματόραμα ρώσικου παιδισμού,

ντύσανε τους χαρταετούς με φάσμα αφοπλισμού.

Από ταριχομάγαζο νεκρών αγρίων ζώντων,

βρήκε η σκέψη ενός μικρού σαβάνα κυνηγόντων.

Μ' ένα βεντουζοπίστολο βάρεσε τον σκοτώστρα,

του λιονταρή εγέλασαν τεμπέλικα τα ώτα...
....αυτά μονάχα γίνονται στου ονείρου σου τα φώτα!



Και θα ρωτά ο ψυχολόγος πες μου 

τις ζωγραφιές, τους ήχους στο μυαλό σου,
πες μου για τους φόβους, τους πόνους, τις ευχές σου.
...χμ, στάσου, να πάρω τηλέφωνο το καλλιτεχνικό γκρουπάκι
να 'ρθει να τα αποτυπώσει, να σου ξεθολώσει
τ' όνειρο, να κάνει τα αφηρημένα συγκεκριμένα.

Αν δεν μπορείς το μέσα σου ξεκάθαρα να γράψεις,

το μέσα έξω εύκολα να το διασκευάσεις,

ψάχνε σε στίχους, ζωγραφιές να βρίσκεις τη φωνή σου,

και μην αφήνεις άφωνη μια άγνωστη ζωή σου.

Δώσε σχήμα στο μέσα σου, ά-σχημο μην το αφήνεις,

γιατί ασχήμια σιωπηλής άγνοιας θα σου μείνει.

Λοξά με πήρε του καημού της μοναξιάς το βέλος,
αστόχησε από εικόνα που στ' ά-σχημο δίνει τέλος.

Σε εικόνες ακουσμάτων ζω, αισθήσεις όταν χάνω,

και τις κρατάω φυλαχτά, και κόσμο ξαναπιάνω.

Εικόνα μία λένε πως ίση με χίλιες λέξεις,

μα δίχως λέξεις και ρυθμό ξεκρέμαστη εκεί στέκει.

Είναι εικόνα δύσκολη να νιώθεις καλλιτέχνες,

και να τους συντονίζεις για ψυχόγραμμες αντένες.

Άλλοι να συγκεντρώσουν προσπαθούν τη μουσική,

και άλλοι τη σκορπίζουν από εδώ και απο εκεί.

Δύσκολα, ή ξεδύσκολα, θα πειραματιστούμε,

με κάθε παρενέργεια θα αναμετρηθούμε.

Τυχαίνει, ρίχνουν άγκυρα σε μέριμνες του βίου,
τότε που δίψα υποχωρεί για εξόρμιση του πλοίου.

Νέες ιδέες ίσως βρουν δίπλα σε ψυχολόγο,
να διαδράσει ζωντανός της συμβουλής ο λόγος. 

Πιχί, όσο κι αν συμβουλεύουνε υπομονής τον νόμο,
ένιωσα ο ανυπόμονος φτεροχελώνα μόνο.

Φτέρωσε την υπομονή, μην χάνεις την ελπίδα,
κάποτε ουρανός και γη θα γίνουν μια πατρίδα.

 ( εικόνες από https://gr.pinterest.com/pin/374361787773789008/

https://paulbondart.com/paintings/description/flight-of-the-muse/ )



Γράφω χαρταετόστιχους να πιάνονται στο δίχτυ,

για να μπορεί κι άλλο πουλί να πέσει σε μαγνήτη.


***********************

Σαν πουλιά με σπασμένα τα φτερά,
μου πέφτει η θάλασσα μικρή
και βούτηξα στον ουρανό με μια θηλιά.

Χάθηκα στο νεφέλωμα των ματιών σου
Και αφέθηκα στη στιγμή να φέρω
εικόνες των στιγμών σου.

Υπάρχω σε μελωδίες
όταν χάνω τις αισθήσεις μου,
έχω μια ύφεση που περιπλανιέται
στις αναμνήσεις μου.

Ένα τασάκι να σβήνω όλα τα λάθη,
και ένα όνειρο θολό που κρέμασα
ψηλά για χάρτη μου.

Ένα τετράστιχο γραμμένο λέξη-λέξη
έγινε σπάγγος που μόνη μου επέλεξα 
να με δέσει.

Και δεκαπέντε χιλιόμετρα έξω απ' την πόλη
έγιναν λόγοι κάθε μέρα να θυμάμαι ότι είμαι μόνη.

Και σαν πουλιά με σπασμένα τα φτερά
θα χορεύουμε με τη θλίψη,
ως που να περάσει η βραδιά,
γιατί αυτήν ερωτευτήκαμε
μες στην απόγνωσή μας,
ξεχνώντας να ερωτευτούμε
μεταξύ μας.
||:Κι είναι Θέ μου τόσο όμορφα εδώ πέρα, 
που κι η νύχτα ξαγρυπνά για να καθυστερήσει
να 'ρθει νέα μέρα.

Δεν ξέρω αν ήθελες να γίνεις
τα μάτια ή τα αυτιά μου,
μα σε ευχαριστώ που έγινες
για λίγο τα φτερά μου.:||

********************

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2019

Ρέθυμνο, νύχτα στον σταθμό...




Ρέθυμνο, νύχτα στον σταθμό που ερχόταν λεωφορείο,
δυο μάτια φωτογράφισαν και άκουσαν ψαλμό,
ένα λαό χελιδονιών, νανούριζε το κρύο.
Άραγε θα φωτίσουνε του Μάρτη ουρανό;

Γράμμα από την Αφρική σε Έλληνα καιρολόγο
γράφει πουλί πολύξερο καιρού να μάθει τζόγο.

Της Αλκυόνας έμαθε το καιρικό στραπάτσο,
και δεν ρισκάρει το πουλί του σμήνους του το πάσο.

Έλα, πουλί, νανούρισε τον Δράκο του Χειμώνα,
χρυσόμαλλη η Άνοιξη να σπείρει οιστρογόνα

διάθεση που θα σου πει να ανοίξεις τις σημαίες,
κι αν μπορούν τα χέρια σου να πιάσουν ουρανό.



Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019

Αθήνα κατεργάρα | παραπατάς! | ρομποτικά μου λες | πως μ' αγαπάς!

Νέφη βροχής μας πλάκωσαν, θέλω να ξεμουντώσω,
από το ψυχροπλάκωμα καρδιά μου να πυρώσω.

Η βροχή τραγούδι θέλει, ρέουν τα προβλήματα,
βάλε του Ρασούλη τέλι, θάρρος για σκουπήματα.

και ποιος φταίει για την κακή διαχείριση του νερού;
 Το κράτος. Πού είναι το κράτος; στην Αθήνα,
το χωριό που έγινε πρωτεύουσα.

εκεί πήγε να γίνει δικηγόρος ο Τσιτσάνης,
αλλά οι αθηναίες και το τραγούδι
του πήραν τα μυαλά.
Οι απόγονοί του βρήκαν στο συρτάρι μελωδία,
και την πήγαν για νοηματοδότηση
 στο νοηματουργείο του Μανώλη.
(2003)



Μας ήρθες μόλις χτες απ' το χωριό,
και έγινες στο ξάφνου αθηναριό,
φοράς τα στρας, γουστάρεις φλας,
στης κοινωνίας τον αφρό
παράξενα σερφάρεις.
Παραμιλάς, δεν μας μιλάς,
το έχεις ρίξει στο ελαφρό,
και σαν να μας σνομπάρεις.

Δεν ξέρεις τώρα προς τα πού το πας
Σαν το ρομπότ, μου λες πως μας αγαπάς,
εγώ ανοχή, εσύ ενοχή,
μες στο ποτάμι το θολό,
και μένανε βουλιάζεις.
Χίλια γιατί σ' ένα κουτί, που μ' ένα στιλ απατηλό
μέσα στο νου μου αδειάζεις.

Αλλού τα κόλπα και την παλαβή,
αυτά τα κάνανε πολλοί,
  με ύφος τρανς και ντεκαντάνς
στον κυκεώνα έχεις χαθεί
μα εδώ θα με εύρεις πάλι.
Δεν περπατάς, παραπατάς
κι αν δεν τον βρεις τον δρόμο σου 
να μη με λεν Τσιτσάνη.



Μου κλάταρες διάθεση στο Βαλκανιζατέρ σου,
και το θυμάρι που φερνα, μάζευε ο αντικέρ σου.

(1995, μουσική, ερμηνεία Πέτρου Βαγιόπουλου)




Στην οδό Ακαδημίας ξαφνικά
σα να μύρισε θυμάρι δυνατά, 
κι ο κόσμος τρόμαξε, τι τρέχει, φώναξε, 
ο κόσμος τρόμαξε, τι τρέχει, φώναξε, 
μήπως συμβαίνει κάτι, κάτι στα πολιτικά.

Αθήνα κατεργάρα, μπαράκια, αμαξάκια, φοιτητές.
Αθήνα κατεργάρα, αλήτες, παραλήδες, στοχαστές, 
Αθήνα κατεργάρα, κι εγώ που ξενυχτάω τις νυχτιές, 
να μάθω αν ακόμα σου, ακόμα σου με θες.

Στου Κλαυθμώνος την πλατεία τριγυρνώ
με το μαγικό λυχνάρι να σε βρω, 
κι ο κόσμος τρόμαξε, τι τρέχει, φώναξε, 
κι ο κόσμος τρόμαξε, τι τρέχει, φώναξε, 
θα γίνει σκάνδαλο, θα φτάσουν τα εκατό.

Αθήνα κατεργάρα, φραγκάτοι, καναλάτοι, βουλευτές.
Αθήνα κατεργάρα, πλημμύρες, διαφωνίες, πυρκαγιές, 
Αθήνα κατεργάρα, κι εγώ που ξενυχτάω τις νυχτιές, 
να μάθω αν ακόμα σου, ακόμα σου με θες.

Απ’ τον ουρανοξύστη, ένας τρελός
είπε, ζήτω μου, και πέφτει γελαστός, 
κι ο κόσμος τρόμαξε, τι τρέχει, φώναξε, 
κι ο κόσμος τρόμαξε, τι τρέχει, φώναξε, 
εφημερίδες νά 'ρθουν, να τρέξει ένας γιατρός.

Αθήνα κατεργάρα, πορείες, μετανάστες, δικαστές.
Αθήνα κατεργάρα, τσιμέντα, υπουργεία και δουλειές, 
Αθήνα κατεργάρα, κι εγώ που ξενυχτάω τις νυχτιές, 
να μάθω αν ακόμα σου, ακόμα σου με θες.


Νά γιατί γυρνώ μες στην Αθήνα, 
νά γιατί, Αθήνα, σε τσιγκλώ,
να μάθω αν ακόμα σου, ακόμα σου με θες!


....εδά εζεστάθηκα! :-)

ΥΓ

Όταν μανίσει ο καιρός βάλε να στηλωθείς,
θερμαντικά ρυθμόστιχα τραγούδια υποδομής! :-)


Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019

«Λεφτοκαράκια έφαγα, μα λεφτεριά δεν είδα»


Ήμουνα ορφανό παιδί, είχα και χήρα μάνα,
κι η μάνα μου με νοίκιασε σε άντρα μεγιστάνα.

Αφέντευε εννιά χωριά και δεκαπέντε κάστρα,
κι η μάνα μου εμέτραγε τον χρόνο χίλια πιάστρα.

Του αφέντη μου έτυχε χαρά, εγάμωνε τον γιο του,
και σερβιτόρο με έβαλε στο πλούσο μέγαρό του.

Απ' το πολύ το κέρασμα, κι από το σύρε κι έλα,
συντρόμαξαν τα χέρια μου, σπω την καλή πιατέλα.

Με βάλανε στη φυλακή να κάνω πέντε μήνες,
μα παραπέσαν τα κλειδιά και σέρνω πέντε χρόνια.

Λεφτοκαρυά εφύτεψα στης φυλακής την πόρτα, 
λεφτοκαράκια έφαγα, μα λεφτεριά δεν είδα.



Από Θρακιώτικο τραγούδι στο αρχείο του Βαγγέλη Δημούδη,
του το τραγούδησε στο Κίτρος Πιερίας το 1977,
πρόσφυγας με καταγωγή από το χωριό Μπάνα (Banevo)
κοντά στο Μπουργκάς (Πύργο) της Βόρειας Θράκης.



Εγώ είμαι o____εγώ 'μαι ορφανό πιδί,
είχα και χήρα μάνα, είχα και χήρα μάνα, 
και η μάνα μου, και η μάνα μου μι στοίχησι
σ’ έναν καλό αφέντη, σ’ έναν καλό αφέντη.

Kι αφέντης μου είχι χαρά, παντρεύει τουν υγιό του
και μ’ έβαλαν γιά να κιρνώ μ’ ένα χρυσό ποτήρι.
’Που του πουλύ του κέρασμα, ’που του πουλύ του γλέντι, 
συντρόμαξαν τα χέρια μου κι ίπεσι του ποτήρι.
Ούτι σι πέτρα χτύπησι, ούτι σι καλντιρίμι, 
μές στης κυράς μου την πουδιά χίλια κουμμάτια γίν’κι.
Mι βάλανι στη φυλακή να κάμου πέντι μήνις
κι παραπέσαν τα κλειδιά κι κάμου πέντι χρόνια.
Λεφτοκαρυά εφύτεψα στης φυλακής την πόρτα, 
λεφτοκαράκια έφαγα μα λεφτεριά δεν είδα.


και μια εξωραϊστική εκδοχή
ενός ιστορικού τραγουδιού,
τότε που νοίκιαζαν παιδιά λόγω φτώχειας,
και που ο φτωχός μπορούσε να κάνει
φυλακή παραπάνω καιρό 
για ασήμαντη αφορμή
και παραδειγματισμό.


Εγώ ‘μαι ορφανό παιδί, έχω και χήρα μάνα,
η μάνα μου με στοίχισεν σ’ έναν καλόν αφέντη.
Αφέντης μου εν’ πραματευτής εν’κι’ άξιο παλληκάρι,
αφέντης μου κάνει χαρά, χαράν και πανεγύρι.
Μένα με κάνει καλεστή, για να καλώ τον κόσμο,
εκάλεσεν εννιά χωριά και δεκαπέντε κάστρα.
Μένα με κάνει κεραστή για να κερνώ τον κόσμο,
κι’ απ’ το πολύ το κέρασμα, το σύρε και το φέρε,
το χέρι μου ραίστηκε, και πέλ’ σα το ποτήρι.
Ουδέ στη γήν εβάρεσε, ουδέ στο καλντιρίμι,
Μόν’ σε μιας κόρης γόνατο, σε μιας κόρης ποδάρι.
Η κόρ’ ήτανε όμορφη, ήταν καγκελοφρύδα,
τα ματοτσιναράκια της σαν της ελιάς το φύλλο.




τραγούδι που έμαθα από την Κατερίνα Δούκα

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

Στον αργαλειό της Μοναξιάς


Βαριέμαι τις σκιές, 
μα μια φορά στις τόσες,
μια σκιαχτερή κουβέντα
θα απολαύσω.


K—: Κλώστρα ψυχή μου, πε μου αυτά 
που υφαίνει ο αργαλειός σου,
το άλλο μισό εφάνηκε
αζωντανό εμπρός σου;


 Π—: Ξηλώνω τα στολίδια μου, υφαίνω τη μονιά μου,
αυτός που με νοστάλγησε, ήταν στη φαντασιά μου.

Με τύφλωσε η προσμονή κι έβλεπα στον Κανένα,
ένα Οδυσσέα που έκανε ταξίδι του για μένα.


K—: Κι αν διαλέκτρα, δίστιχη ντύνεις τη Μοναξιά, 
εκείνη δεν σε γέλασε, οι μοναξιές βλασταίνουν!
Έτσι διπλή που έγινες, με φωτισμένα βράχια, 
ήδη θα το κατάλαβες...Κανένες τι σημαίνουν!


παρηγόρημα στην Πηνελόπη της Μυρσίνης Γκανά

Λέγε με Πηνελόπη
Μέρα τη μέρα
υφαίνω
ξηλώνω
το σώμα μου.
Πού να 'ξερα
ότι ο νοσταλγός που μου συστήθηκε
ως Οδυσσέας
ήταν στ' αλήθεια ο Κανένας.

(«Τα πέρα μέρη», 2017)


K—: Ξηλώνει τώρα το υλικό που φτιάχτηκε να βρει,
τι κρύβει ενός «φανταστικού πρώην» η εμμονή. 

Π—: Κρίμα που λείπεις, Οδυσσέα να δεις 
Ιθάκης μου το τέρμα!
Μαζί σου μόνο, Μοναξιά,
φορώ δικό μου δέρμα!

Κ—: Κι όταν χορτάσεις μοναξιά,
        ψάχνε σπιτιού κουρσάρο,
     να γίνει κατοικίδιο,
     ο ένας για τον άλλο!


....αναπλάσεις από στίχους της Μυρσίνης....


Ξηλώνω εδώ και μήνες
το υλικό απ’ το οποίο φτιάχτηκα
να δω τι κρύβεται από πίσω
και ποιο θα είναι το έπαθλο:
ένα στεφάνι από αγκάθια
ή μυρτιές.
.....
Κρίμα που λείπεις
και δεν θα ψάξεις
να με βρεις.

Μαζί σου μόνο / φοράω το δικό μου δέρμα
....
Γι’ αυτό σου λέω,/ ξέχνα το σκυλί/ 
ας γίνουμε κατοικίδια/ ο ένας για τον άλλο

ΥΓ
εικόνα από

«Πόνος ανίκανης φυγής (Mal du depart)»






Θα μείνω πάντα δανεικός και δήθεν εραστής
αζωγραφόστιχων στιγμών κι αμελωδήτων πόθων,
μια νύχτα σκόνη θα γενώ, σαν όλες τις νυχτιές,
χωρίς μεταφράση κραυγής των μέσα μου αιχμαλώτων.

Για τον απάνω κόσμο, κρότο, τύπο και το φως
θ' αναχωρούν των γόνων ή τολμώντων τα ψυχία,
κι εγώ, σκυφτός σε τάξη για καλούς βαθμούς,
θα αναλύω αισθητικά ποιητικά βιβλία.

Θα πάψω πια για όνειρα άφωνα να μιλώ·
τα δέντρα θα νομίζουν πια πως έχω αποπικράνει,
κι η μάνα μου, χαρούμενη, θα λέει σ' όποιον ρωτά:
« Ήταν μια λόξα παιδική, μα τώρα έχει πεθάνει…»

Μα ο εαυτός μου μια νυχτιά στα τείχη θα υψωθεί
για μη φυγή ο δικαστής λόγο θα μου ζητήσει,
και το άφυγο το πόδι μου που τρέμει θα στηθεί,
θα ακροβατήσει, κι άφοβα τον χέστη θα γκρεμίσει.

Κι εγώ που τόσο επόθησα μια μέρα να βουτώ
με άλλες ψυχές βαθιά σε άγνωστη πορεία,
δεν θα προλάβω να γνωρίσω άλλη άφυγη ψυχή,

κι υπήρξα πέφτοντας, θα πω, ζαριά σπανίας ασθενείας.


Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

Κάτω απ' την Ακρόπωλη μια μεταμόρφωση



καὶ ἔπλασεν ἡ χεὶρ ἀκρόπολιν, λίθον ἀπὸ τῆς γῆς,
λέγουσα: αὐξάνεσθε, πληθύνεσθε, πληρώσατε,
κατακυριεύσατε αὐτῆς, πᾶσα σπιθαμὴ οἰκιζέσθω,
καὶ μηδὲν ἀδόμητον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω!



Κάτω απ’ την Ακρόπωλη χτισμένοι
με συντελεστή δόμησης βγαίνει
σχέδιο για Αττικοβιέννη,
νέες ακροπώλεις στο ντουζένι.


Κτίρια που ανεβοκατεβαίνουν,
δίνουν θέα σ' όσους περιμένουν,
άμα θες πατάς κουμπί και γέρνουν
και οι μέσα όρθιοι παραμένουν.


Στο μουσείο βίος των αγγείων
περιμένει επανακόλληση αρχείων,
κι απ' τις μυρωδιές πωλοδομείων
συντελείται ο νόμος των οργίων.


Ήρθανε τουρίστες στον αέρα,
σπείραν αθηναίικη οροσιέρα,
νόστιμη οικιστική γραβιέρα,
σχέδιο που υλοτομεί μια ξέρα.

Στο μουσείο εκεί γινόμαστ’ άλλοι
βάζουμε χλαμύδα στο κεφάλι,
καμαρώνουμε σαν παπαγάλοι,
δίπλα σε ζεστό αρχαίο μαγκάλι.

Στον βυθό η μνήμη των αρχαίων
περιμένει άγρα αλιέων,
στις περγαμηνές των εκδορέων
συντελείται ο νόμος των ορνέων.

ΥΓ
εικόνες από

Μεταμόρφωση - Λέκκας, Λιούγκος, Κατσαγιώργη, Κουρδάκη,
Χατζιδάκις, Κέρκυρα, 1982

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Ομόρριζα λαωνύμια (Γκιρίτω Μαζηδονισμό και New Words Order)



Με αφορμή το μεζεδάκι Μαζεδονία στα κυριλλικά «МАЗЕДОНИА» σε επιγραφή πακέτου τσιγάρων
από επεισόδιο του Τεν-Τεν, 
Υπόθεση Τουρνεσόλ
The Calculus Affair

Κάπου πριν το 1954, άνοιξε ο σεναριογράφος τον χάρτη, είδε μια κομμουνιστική δημοκρατία, ονόματι Μακεδονία, και σκέφτηκε να τη σαμποτάρει, πειράζοντάς τη στο όνομα....Μαζεντόνια, κομμουνιστικά τσιγάρα....παράξενα γράμματα, λένε οι πράκτορες, τόσο αθώοι και πολίτικαλ κορέκτ, μην μας κάνουν και μήνυση. (mazed είναι ο μπερδεμένος σε λαβύρινθο, μακεδονική σαλάτα μπορεί να θελε να πει) Εδώ συζητάν το Μαζεντόνια οι Τεντενολόγοι (a name of a country!)
Αυτά είδε ένας Σερραίος και ανέβλεψε, μα του μούσι της γαρίδας, προς τι συνελαλούσαμε...όταν χρόνια πριν μας είχαν πουλήσει και και τα περίπτερα και η ελληνική τιβί έπαιζαν μακεδονίζοντα Τεν-τεν...

με αυτά
ήρθε ιδέα για ομόρριζα λαωνύμια,
εκεί που μια ελάχιστη αλλαγή δίνει λύση
και χαίρονται όλοι την ονοματάρα τους.


Αιγύπτιοι, Αιγυπτιώτες (Έλληνες της Αιγύπτου) Γύφτοι (επειδή νόμιζαν ότι ήρθαν απο εκεί)
Αλβανοί, Αρβανίτες, Αρμπερέσοι (οι Αρβανίτες της Ιταλίας)
Άριοι, Ιρανοί
Ασσύριοι, Σύριοι
Αυστριακοί, Αυστραλοί, (Νότιοι, όστρια, νοτιάς)
Βρύγες στην αρχαία Μακεδονία, Φρύγες, όταν μετοίκησαν στην Μικρασία.
Bulgars/Bolgars, Bulgarians (στις λοιπές γλώσσες, Πρωτοβούλγαροι και Βούλγαροι)
Ιταλοί, Ιταλιώτες / Griki, Grecani(ci) vs Greci
Nορβηγοί, Νορμανδοι (North, Βόρειοι)
Οστρογότθοι, Österreicher (East, Ανατολικοί)
Ουαλοί, Βαλώνοι, Βλάχοι (γερμανικής προέλευσης ρίζα για ξένους ομιλητές κέλτες ή λατινόφωνους)
Ρουμάνοι, Αρμάνοι (οι Βλάχοι στη γλώσσα τους)
Ρώσοι, Λευκορώσοι/Μπελορούσοι, Ρουθήνοι/Ρουσίνοι (σλαβική μειονότητα στην κεντρική Ευρώπη)
Σέρβοι, Σόρβοι (Σέρβοι, κυρίως της Γερμανίας)
Σλοβάκοι, Σλοβένοι, Jugoslovenski, οι Νότιοι Σλάβοι (έχει γίνει και το Σλάβος εθνωνύμιο, που σημαίνει στα σλάβικα έλλογος και ένδοξος...ακούς εκεί προσβλητικό)
Τεύτονες, Dutch (Ολλανδοί στα αγγλικά) Deutsche (Γερμανοί στα γερμανικά) Tedeschi (Γερμανοί στα ιταλικά)

(τοιουτοτρόπως...γιατί να λέμε, Τουρκοκρητικοί, αφού ήταν Κρητομουσουλμάνοι;; να λέμε Γκιρίτες και Γκιριτλήδες! γιατί να τους χαρίζεις στην Τουρκία, και να μην τους θυμίζεις την καταγωγή τους;;)


Με βάση τα αποπάνω,
αν σκεφτεί, λοιπόν, κανείς ότι δεν είναι καν 30 χρόνια
που μακεδονιστήκαμε μαζικά με την κατάσταση,
ενδέχεται σε βάθος χρόνου να προκύψει διακρίνουσα γηγενής ονομασία.

Μπορεί να 'ναι Normacedonia/Βορμακεδονία, Makedonija/
Μακεντόνια, Makedoslavia/Μακεδοσλαβία, Σεβέρνα/Severna, Βόρεια, ποιος ξέρει;;


Smartcedonia (για έξυπνες προτάσεις)

Smakedonia (εστιατόριο γεύσεων)
smack, γεύση, μυρωδια, Geschmak, смак στα ρώσικα,
κυκλοφορεί πολύ η λέξη

και εδώ έχει ενδιαφέρον γιατί με το sm- σλαβοδείχνει,
από μακ- σλαβογενές, μόνο το mak παπαρούνα
βρήκα, που είναι ομόρριζο με το αρχαίο
μήκων, δωρ. μάκων
(Παπαρουνοχώρα)

και τέλος

Maskedonia/Masquedonia (Μασκεδονία) για μια βαλκανική θεατρική γύρα με πολλή διασκευή και λεξιπλασία μέσα, να γιορτάσουν οι λέξεις κι ο ντουνιάς

 нови зборови или смрт
Νόβι Ζμπόροβι ίλι Σμερτ!
Νέες Λέξεις ή Θάνατος!


γκρέκος γκουρού γκουρμίζεται
λέξες να νηολογήσει,
και στον Βαρδάρη ποταμό
να τσι διασκορπίσει.

Π.χ. Μαζηδονία έγραφε
μέσα σ' ένα μπουκάλι,
κι οι Μαζηδόνες μαζικά
βαρκάρουν στο ποτάμι.

Make Mass-Hedonia, :-)
Not Anhedonia! :-(