Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

Εὐφροσύνη τοῖς εὖ φρονοῦσιν ἀνήκει

Euphrosyne tois eu phronousin anekei
Gleefulness belongs to the prudent thinkers
Joy abides with those who think right (κατοικεί με)
Η χαρά ανήκει στους συνετούς

και το αντίθετο
Τὸ εὖ φρονεῖν τοῖς εὔφροσιν ἀνήκει
Η σύνεση στους χαρωπούς ανήκει

Λέξη των εορτών...και εν ευφροσύνη ανυμνήσατε λαοί, ευφρόσυνο μήνυμα...(:-μπορεί όμως να γραφτεί και για γαμπρό που παίρνει κάποια Φρόσω, μία από τις τρείς Χάριτες, ανήκουσα πια σε συνετά, καλά χέρια ή στον ενικό προς αποφυγήν παρεξήγησης "Εὐφροσύνη τῷ εὖ φρονοῦντι ἀνήκει":-). 

Υπάρχουν ρητά που συνδέουν την φρόνηση με την ευτυχία, όπως απ' το τέλος στην Αντιγόνη του Σοφοκλή.

πολλῷ τὸ φρονεῖν εὐδαιμονίας πρῶτον ὑπάρχει
κατά πολύ η φρόνηση πρωταρχινά την ευτυχία

...αλλά δεν βρίσκω με τη χαρά· ίσως δεν ταιριάζει το στιγμιαίο με το μακροχρόνιο ή που η χαρά απαιτεί ανεμελιά και απουσία σκέψεων. Αδόκιμο πως η σύνεση οδηγεί στη χαρά, ενώ δημοφιλές να μελαγχολεί αυτός που σκέφτεται πολύ...εμείς κατηφείς; και οι αρχαίοι μας χαίρονταν σκεπτόμενοι και συνετιζόμενοι;-)

Όντως σε σχέση με μας ήταν πιο νοησιαρχικοί τύποι αλλά το γεγονός πως το "ευ φρονώ" έδωσε ευφρο(ν)σύνη οφείλεται και στη σημασιολογική έκταση του φρην-φρενός, που σημαίνει θωρακικό διάφραγμα  και νου ή/και καρδιά, το όλο ψυχικό σύστημα. Έτσι μόνο του, δίχως συνθετικό, από τη μια σήμανε την φρόνηση, τον φρόνιμο, την φροντίδα και από την άλλη την υπερηφάνεια. (μεγαλόφρων ο φρονηματίας, φρονηματίζομαι στα νέα ελληνικά συνετίζομαι, στα αρχαία περηφανεύομαι, έχω υψηλό φρόνημα, ὁ Ἀχιλλεὺς ὁ θαυμαστός, τὸ φρόνος τῶν Ἑλλήνων (καύχημα), τὸ φῦναι πατρὸς εὐγενοῦς ἄπο, ὅσην ἔχει φρόνησιν!, το να γεννηθεί κανείς από καλής γενιάς πατέρα δίνει τόση περηφάνεια!). Και το ευ φρονώ σημαίνει κυρίως σκέφτομαι σωστά αλλά κατ' εξαίρεση μπορεί να δείξει και χαρά, φρονεῖς εὖ τοῖς ἠγγελμένοιςχαίρεσαι με τις ειδήσεις


Αυτή η συναισθηματική διάσταση του φρονώ σήμανε το πρόφρων ως πρόθυμο και όχι ως prudent/provident, προορατικό/προνοητικό. Ενώ λοιπόν το νοώ είναι ένα καθαρό, επιστημονικό, μονοδιάστατο ρήμα, το φρονώ είναι κοινωνικό, πολύσημο, μιγαδικό, για να κλέψουμε ένα μαθηματικό όρο για τις λέξεις που δίνουν δύο ή περισσότερες έννοιες παράλληλες ή αντίθετες μεταξύ τους (πολυσημία).  Ανάλογα με τα συμφραζόμενα πλάθεται και το νόημα.


και κλείνω αυτήν την ενότητα με παράλληλα λογοπαίγνια

Φρόνησις φροντίδας εὔφρονας ποιεῖ
Η σύνεση τις μέριμνες ευχάριστες τις κάνει

Φρόνησις φρένας εὐφραίνει
Η σύνεση τα μυαλά χαροποιεί

Μετά τη χαρούμενη σύνεση, πάμε τώρα στο άλλο που ξεφρόνησα· προτείνεται ως επιγραφή για σοφιστικέ νυχτερινά μαγαζιά

Εὐφροσύνη Εὐφρονίδαις ἀνήκει
Η χαρά στους γιους της Νύχτας ανήκει

(1) από την ευφρόνη (ώρα), ευχάριστη ώρα, ευφημισμό για την κακή και σκοτεινή νυχτιά..όπου περπατεί ο γιός της νύχτας, της αμαρτίας και της παρανομίας

επειδή τη νύχτα η σύνεση, ως επί το πλείστον, στους ανθρώπους καταφθάνει

σωστό και αυτό, πριν κοιμηθούμε γίνεται ο χτεσινός απολογισμός μαζί με τον αυριανό προγραμματισμό

(3) Κυριολεξία, η ώρα της νύχτας είναι όντως ευχάριστη, η χαρά ανήκει στους ξενύχτηδες και τους ρομαντικούς. Κατά τους Ορφικούς:

Οὐρανὸς Εὐφρονίδης, ὃς πρώτιστος βασίλευσεν,
Ουρανός ο γιός της Νύχτας που πρώτος εβασίλεψε

Πάμε μια φρονο-βόλτα τώρα

φρονοῦσα ἡλικία 
(τα χρόνια φέρνουνε τη φρόνια)
(Αισχίνης)

φρονεῖν γὰρ οἱ ταχεῖς οὐκ ἀσφαλεῖς 
οι γρήγοροι στη σκέψη κάνουν λάθη
(Οιδίπους Τύραννος)

κέρδιστον εὖ φρονοῦντα μὴ φρονεῖν δοκεῖν 
μεγάλο κέρδος για τον συνετό να φαίνεται ανόητος
(Προμηθέας Δεσμώτης)

οἱ φρονοῦντες εὖ κρατοῦσι πανταχοῦ 
οι συνετοί επικρατούν παντού
(Αίαντας)

Παππία, βούλει δραμὼν εἰς τὴν ἀγορὰν κἆτ´ ἀγοράσαι μοι; Φράζε τί.
 Ἰχθῦς φρονοῦντας, ὦ πάτερ· μή μοι βρέφη 
-Μπαμπάκα, θέλεις να πας στην αγορά κάτι να μου αγοράσεις; -Πες το
-Ψάρια μεγάλα, πατέρα, μη μου πάρεις μαρίδες
(Δειπνοσοφιστές)

πυκινὰ (πυκνὰ) φρονῶν
(πυκνόσκεφτος, με πυκνές εγκεφαλικές συνάψεις) πανέξυπνος ή πανούργος
ὕστατος ἀρνειὸς μήλων ἔστειχε θύραζε,  
στερνός κριγιός προβάτων επαρέλαζε προς πόρτα
λάχνῳ στεινόμενος καὶ ἐμοὶ πυκινὰ φρονέοντι. 
με το μαλλί στενόδετο και μένα τον παμπόνηρο
(Οδύσσεια ι445)

νήπιοι ἀγροιῶται, ἐφημέρια φρονέοντες,
ανόητοι αγροίκοι με εφήμερα μυαλά
(φ85)

ὑπὲρ τὴν πήραν φρονεῖν
έχω καταναλωτική, υπεραγοραστική νοοτροπία
σκέφτομαι τη μεγάλη ζωή που 'ναι πάνω απ' το πορτοφόλι μου

ὀλιγαρκῆ δὲ καὶ μέτριον χρὴ 
εἶναι τὸν φιλοσοφοῦντα καὶ μηδὲν ὑπὲρ τὴν πήραν φρονεῖν.
(Τίμων)

παιδάριον εἶ καὶ φρονεῖς ἀρχαιϊκά
παιδί μικρό είσαι (άβγαλτο) και σκέφτεσαι παλαιϊκά
(Νεφέλες)

μεῖζον τοῦ δέοντος φρονήσαντες 
πήραν τα μυαλά τους αέρα
(Ισοκράτης)

εἰσὶν δὲ ἐν ταύταις ταῖς πόλεσιν οὐ μόνον ἄνδρες ἐπὶ παιδεύσει μέγα φρονοῦντες, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες
....για την παιδεία τους περήφανοι...
(Πρωταγόρας)

μέγα φρόνει!
think big!

σμικρὸν φρονοῦντες
με χαμηλό ηθικό

ἀγαθά, φίλα, ἀμείνω φρονῶν
με καλές διαθέσεις, φίλα διακείμενος

κρυπτάδια φρονεῖ/ὁ μὴ λέγων ἃ φρονεῖ/ἄλλα φρονεῖ καὶ ἄλλα λέγει
ο κρυψίνους

τὰ τοῦ Θεοῦ, τὰ τῆς σαρκὸς, τὰ τοῦ κόσμου, τὰ τῆς νυκτὸς, τὰ Περικλέους, τὰ Βενιζέλου, τὰ Βασιλέως φρονοῦντες

ἐφ' οἷς γὰρ μὴ φρονῶ σιγᾶν φιλῶ
για όσα δεν καταλαβαίνω να σιωπώ προτιμώ
(Οιδίπους Τύραννος)

σώφρων ὁ μετρίας ἐπιθυμίας ἔχων, ὁ μέτρια φρονῶν
(σώφρων, με σώας τας φρένας, σωστές/σωτήριες/ασφαλείς)
Σωφροσύνη / Sophrosyne = Μέτρον Άριστον
......
περίφρων, κατάφρων, ἔμφρων, ἐπίφρων, ἔκφρων, ἄφρων, παράφρων, 

δύσφρων, σύμφρων, ὁμόφρων, φιλόφρων, βαθύφρων, βυσσόφρων
.....
φρένοθεν από το μυαλό μου
φρενόω, διδάσκω / πεφρενωμένος, μορφωμένος /φρένωσις, διδασκαλία /
φρενωτήριον τρόπος, μέσο διδασκαλίας, νουθετήσεως
φρενήρης μυαλωμένος, φρενοτέκτων (νοοκτίστης) σοφός, 
φρενιτικός που πάσχει από φρενίτιδα, φρενητιάω
(όπως η δισήμαντη φρόν- είχε δίπλα της την αλαζονεία, έτσι και το φρεν- έχει την τρέλλα)

(που στας Ευρώπας έγινε phrenesis παράγουσα αγγλιστί τα frenzy και frantic)
φρεσσίλυτος για δέσιμο, 
φρενώλης, φρενόπληκτος, φρενομανής, φρενοβλαβής, φρενόληπτος
φρενοτερπής χαρούμενος, εγκάρδιος
φρενολῃστής, φρενοκλόπος Ἔρως, ὅς φρεναπατᾷ, ο καρδιοπλάνος, καρδιοκλέφτης
και νεότερες λέξεις φρενώδης, φρενήρης, φρενοκομείο, φρενολογία (κρανιομετρία), σχιζοφρένεια
σύγχυση φρενών


Εδώ θα πατήσουμε χειρόφρενο...αν και ακούγεται πετυχημένο πως η φρόνηση αποτελεί το φρένο του νου, η δημώδης τροχοπέδη προέρχεται από το ιταλικό freno, λατινικό frenum, που έδωσε στην ανατομία το frenulum ("φρενίδιο") ελληνιστί χαλινό και εδώ φρενοπατώ :-)


ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΦΡΟΝΙΜΗ

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Aussie & Kiwi Xmas Songs


Dashing through the bush, Ορμώντας απ' το ξερόδασο
in a rusty Holden Ute, με σκουριασμένο Χόλντεν Γιουτ,
Kicking up the dust, τινάζοντας τη σκόνη,
esky in the boot, με ψυγείο στις αποσκευές
Kelpie by my side,  Κέλπι σκύλο στο πλευρό μου
singing Christmas songs, τραγουδώντας τα κάλαντα
It's Summer time and I am in Είναι καλοκαίρι και εγώ μέσα
my singlet, shorts and thongs στ' αμάνικα, κοντά και λουράτα μπανιερά

Oh! Jingle bells, jingle bells, jingle all the way
Ω ντρίνγκα τα κουδούνια, ντρίνγκα τα κουδούνια, ντρίνγκα τα κουδούνια σ' όλη τη διαδρομή
Christmas in Australia on a scorching summers day, Hey! 
Χριστούγενν' εν Αστραλία σε καυτερή καλοκαιριού ημέρα, Χέι!
Jingle bells, jingle bells, Christmas time is beaut !, 
Ω ντρίνγκα τα κουδούνιαντρίνγκα τα κουδούνιαΧριστουγεννιάτικος καιρός ειν' όμορφος
Oh what fun it is to ride in a rusty Holden Ute. 
ω τί κέφι καβάλα σε σκουριασμένη Χόλντεν Γιούτ

Engine's getting hot; Η μηχανή ζεσταίνεται·
we dodge the kangaroos, αποφεύγουμε τα κανγκουρώ
The swaggie climbs aboard, ο σουόγκης (πεζοπόρος εργάτης) ανεβαίνει στο κατάστρωμα
he is welcome too. καλοδεχούμενος κι αυτός
All the family's there, όλη η φαμίλια είναι εκεί
sitting by the pool, κάθεται στην πισίν'
Christmas Day the Aussie way,  Χριστούγενν' Αυστραλινά
by the barbecue. σε υπαίθρια ψησταριά

Oh! Jingle bells....Holden Ute.

Come the afternoon,  Κατά το απόγευμα
Grandpa has a doze, ο παππούς υπνάκο παίρνει
The kids and Uncle Bruce, τα παιδιά και θείος Μπρους
are swimming in their clothes. ντυμένοι κολυμπούν  
The time comes 'round to go,  Ο καιρός στριφογυρνά, περνά
we take the family snap,  παίρνουμε οικογενειακή φωτογραφία
Pack the car and all shoot through, φορτώστε τ' αμάξι και όλοι αναχωρήστε
before the washing up. πριν το πλύσιμο!

Oh! Jingle bells.... Holden Ute.



Splashing through the waves  Τσαλαβουτώντας στα κύματα
On a Kiwi Christmas day σε Νεοζηλανδέζικη Χριστoύγεννη μέρα
O’er the beach we go πέρα στην παραλία πάμε
Laughing all the way γελώντας σ' όλη τη διαδρομή
Sunburn makes us sting Η λιόκαψη μας κνίζει
With sunscreen she’ll be right μ' αντηλιακό θαν' μια χαρά
We just want to laugh and sing απλώς θέμε να γελάμε και να τραγουδάμε
Our Christmas songs tonight τα κάλαντα μας απόψε
[...]
It’s summer time at last είν' καλοκαίρι επιτέλους
And now my world is bright τώρα ο κόσμος μου λαμπρός
With sun and surf by day με ήλιο κ' ιστιοπλοΐα την ημέρα
And Christmas lights by night και Χριστούγεννα φώτα τη νύχτα
Hot chips at the beach τηγανητές πατάτες στην παραλία
Lollies and icecream (ah yum!) Ζαχαρωτά (μιαμ!) και παγωτό  
Will rinse it down with fizzy drink θα ξεπλυθούν μ' ανθρακούχο ποτό
It’s a Kiwi Christmas dream είναι Κίουι Χριστόγενν' όνειρο

[...]


Άγνωστες λέξεις

(...ερώτηση για τρίβιαλ, τί είναι ο μητροσίδηρος;
1. φυτό 2. καλούπι όπου χυτεύεται ο σίδηρος
3. φάρμακο για την αναιμία των εγκύων)

Pohutukawa Ποχουτουκάουα (Metrosideros excelsa / Μητροσίδηρος η εξέχουσα)
 ενδημικό αειθαλές δέντρο της Νέας Ζηλανδίας·(η καρδιά του είναι σκληρή ή κόκκινη
όπως ο σίδηρος· τα άνθη πάντως κόκκινα είναι) γνωστότερο στα ελληνικά
μέσω της αγγλικής προφοράς μετροσίδερος. (Το ίδιο συνέβη και με το μετρό,
εκ του γαλλικού μητροπολιτικού σιδηρόδρομου, chemin de fer métropolitain


Tinsel Λαμπονιφάδες, χριστουγεννιάτικες διακοσμητικές γιρλάντες

Pavlova τούρτα παύλοβα προς τιμήν της ρωσίδας μπαλαρίνας Άννας Παύλοβα
όταν έκανε περιοδεία στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία

barbie barbecue, sizzling τσιτσιριστό,
the barby sings a sizzling song
η ψησταριά τραγουδά τσιτσιριστό τραγούδι

lean, κλίση, lean-toμονόστεγη καλύβα
....I love that four foot pine tree on a lean but smelling fine! reminds me of how many buckets of water I've tipped on the carpet when the tree wasn't fastened to the wall properly....(comment)


blimey! (UK, AUS interjection)

με μπεμπενίσια Άγια Νύχτα Νέας Ζηλανδίας


και κλείνουμε με ένα κουκουναράτο Αη-Βασίλη από την Artanis που ζει εκεί στην Άπω Νοτιανατολή. Για παλαιότερα ρεπορτάζ απεκεί κλικ στο 2009 και 2010.

Τώρα στην Δυτική Αυστραλία απολαμβάνουν:::^^::: καυτό50 βαθμούς Κελσίου...δεν μας δίνουν και μας πέντε το πολύ;-)...'+_+ κρύο.... 

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

*Στον Ανακρέοντ' Εν Ουρανοίς*To Anacreon In Heaven*


Georgia Tech Glee Club performing
To Anacreon in Heaven, 1778
of the London Anacreontic Society
music John Stafford Smith
lyrics Ralph Tomlinson


To Anacreon in Heaven, where he sat in full Glee
Στον Ανακρέοντ' εν ουρανοίς, αραχτό εν πλήρει ευθυμία
A few Sons of Harmony sent a Petition,
ολίγα τέκνα της Αρμονίας απέστειλαν αίτηση
That He their Inspirer and Patron wou'd be;
να γίνει αυτών προστάτης και εμπνευστής.
When this Answer arrived from the Jolly Old Grecian
Όταν αυτή η απάντηση έφτασε απ' τον εύθυμο αρχαίο Έλληνα
 "Voice, Fiddle, and Flute,
 "No longer be mute!
Φωνή, Βιολί και Φλάουτο
μην είναι πια βουβά!

"I'll lend you my Name and inspire you to boot,
Θα σας δανείσω το όνομα μου, θα σας εμπνέω κι επιπλέον
"And, besides, I'll instruct you like me, to intwine
και ακόμη θα σας μάθω, όπως εγώ, να τυλίγετε
"The Myrtle of Venus with Bacchus's Vine.
της Αφροδίτης τη μυρτέλη με του Διονύσου το αμπέλι

The news through Olympus immediately flew;
Τα νέα εις τον Όλυμπο αμέσως επετάξαν
When Old Thunder pretended to give himself airs
όταν ο Γέρο-Κεραυνός καμώθη πως ξιπάστη
"If these Mortals are suffered their Scheme to pursue,
"αν οι θνητοί αυτοί πασχίσουν σχέδιό τους να κλουθήσουν
(The Devil a Goddess) will stay above stairs.
(Μα τον δαίμον' της θεάς) θα σκαλώσουν εδώ πάνω
 "Hark! already they cry,
Άκου! ήδη κράζουν
στην τρελλή μέσα χαρά τους
"Away to the Sons of Anacreon we'll fly,
Πέρα στα τέκνα του Ανακρέον' θα πετάξουμε
"And there, with good Fellows, we'll learn to intwine
κ' εκεί με σύντροφους καλούς, θα μάθουμε να τυλίγουμε
"The Myrtle of Venus with Bacchus's Vine.
της Αφροδίτης τη μυρτέλη με του Διονύσου το αμπέλι

"The yellow-haired God and his nine fusty maids
"From Helicon's banks will incontinent flee,
απ' του Ελικώνα ποταμού τις όχθες ασυγκράτητα θα φεύγουν
"Idalia will boast but of tenantless shades,
Η δε Ιδαλία θα καυχιέται μα για ακατοίκητες σκιές
"And the biforked Hill a mere desart will be
και ο δίχαλος ο Λόφος σκέτη έρημος θα γίνει
 "My Thunder, no fear on't,
 "Shall soon do it's Errand,
Ο κεραυνός μου, δίχως φόβο επί τούτου,
σύντομα θα επιτελέσει την αποστολή του
"And, dam'me! I'll swinge the ringleaders I warrant!
και ανάθεμά με! θα μαστιγώσω τους πρωτεργάτες, το εγγυώμαι!

"I'll trim the young dogs, for thus daring to twine
Θα κουρέψω τα κουτάβια που τολμήσαν να τυλίγουν
"The Myrtle of Venus with Bacchus's Vine.
της Αφροδίτης τη μυρτέλη με του Διονύσου το αμπέλι

Apollo rose up; and said, "Prythee ne'er quarrel,
Ο Απόλλων ανέστη κ' είπε "Ικετεύω σε ποτέ μην συνερίζεσαι
"Good King of the Gods with my Votaries below:
Καλε Ρήγα των Θεών, με τους λάτρεις μου 'κει κάτω
"Your Thunder is useless then, shewing his Laurel,
κεραυνός είν' άχρηστος έτσι, δείχνοντας τη δάφνη του
Cryed. "Sic evitabile fulmen, you know!
εφώναξε "έτσι αποφευκτή ας είναι η αστραπή, σύ οίδας!
 "Then over each Head
 "My Laurels I'll spread
τότε πάνω από κάθε κεφάλι
τις δάφνες μου θα απλώνω
"So my Sons from your crackers no mischief shall dread,
Λοιπόν τέκνα μου απ' τα πυροκροτήματά σας κακόν ουδέν επίκειται 
"Whilst snug in their Club-Room, they jovially twine
καθόσον άνετοι στα δώματά τους θα τυλίγουν χαρωπά
"The Myrtle of Venus with Bacchus's Vine.
την αφροδίσια μυρτιά με τη διονύσια αμπελιά

Next Momus got up, with his risible phiz,
Μετά ο Μώμος σκώθηκε μ' τη γελαστή τη φάτσα του
And swore with Apollo he'd cheerfull join
και ορκίστηκε, με Απόλλωνα πρόσχαρος ενώνεται
"The full tide of Harmony still shall be his,
Όλο το κύμα Αρμονίας ας είναι πλέον δικό του
"But the Song, and the Catch & the Laugh shall be mine
μα το τραγούδι, η σαρκωδία και το γέλιο, θα 'ν' δικά μου
 "Then, Jove, be not jealous
 Of these honest Fellows,
έτσι Ζία μην ζηλεύεις
φτούς τους έντιμους συμπότες
Cryed Jove, "We relent, since the truth you now tell us;
Φώναξ' ο Δίας "παύουμε, μιας την αλήθεια τώρ' μας λετε
"And swear, by Old Styx, that they long shall entwine
κι όρκο δώστε αρχαίας Στύγας να τυλίγετε μακρίνα
"The Myrtle of Venus with Bacchus's Vine.
αφροδίσια μυρσίνα με Διονύσου αμπελίνα

Ye Sons of Anacreon, then, join hand in hand;
Σείς τέκνα του Ανακρέοντα, πιαστείτε χέρι χέρι
Preserve Unanimity, Friendship, and Love!
Φυλάχτε το Ομόψυχο, Φιλία και Αγάπη
'Tis your's to support what's so happily planned;
είναι δικό σας πλέον χρέος να στηρίξετε ό,τι τόσο πρόσχαρα σχεδιάστηκε
You've the sanction of Gods, and the Fiat of Jove.
έχετε των θεών την έγκριση και βούλα του Διός.
 While thus we agree
 Our Toast let it be.
Κι ενώ έτσι συμφωνούμε
ημών πρόποση ας γίνει
May our Club flourish happy, united and free!
είθε η λέσχη μας ν' ακμάσει ευτυχούσα, ενωμένη και ελευθέρα!
And long may the Sons of Anacreon intwine
και επί μακρόν τα τέκνα του Ανακρέον' να τυλίγουν
The Myrtle of Venus with Bacchus's Vine.
την αφροδίσια μυρσίνη με τη βακχεία αμπελίνη


Plot Summary
"In the text, the 'sons of harmony' (a.k.a.. society members) appeal to Anacreon for inspiration, and he agrees to help them enjoy the mingling of love (the "myrtle of Venus") and drink (the fruit of "Bacchus' vine"). Up on Mount Olympus, old thunderous Jove objects, arguing that if these mortals have so much fun, the goddesses will not be able to resist them, and, in fact, they are already abandoning Parnassus for Rowley's (the liquor merchant on Ludgate Hill), as are Apollo (the "yellow-hair'd god") and his nine muses. Apparently the gods too are succumbing, because Idalia (Venus' temple) and the "bi-forked hill' (Olympus) are nearly deserted. Apollo pleads with Jove in Latin not to bother with his thunder, saying 'these thunderclaps are avoidable, you know' and offering to protect the club and its members from his 'crackers.' Momus, the god of mockery and ridicule, then threatens to join Apollo, imploring Jove not to be 'jealous of these honest fellows'; Jove relents, and swears by the river Styx that the club shall long entwine love and drink." (Paraphrased from liner notes of Musical Heritage Society written by Kenneth Cooper.)

Σε μια εποχή που ήταν της μόδας ο Ανακρέων, σκοπός του Ανακρεόντειου Όμιλου στα λόγια ήταν το κρασί και ο έρωτας, στην ουσία το πάθος για τη μουσική, πρόκειται δηλαδή για φιλόμουσο όμιλο.  Το είδος τραγουδιού ονομάζεται Catch,  ακαπέλα πολυφωνικό σατιρικό άσμα της Βρετανίας, που το μετέφρασα ως σαρκωδία (σαρκαστική ωδή), αλλά και κατσωδία καλά μου ακούγεται. Είναι μεταφραστικό δάνειο από το ιταλικό Caccia, πολυφωνικό είδος της Αναγέννησης, μέσω της γαλλικής εκδοχής Chace. Όπως ορίζει  το νόημα της λέξης, η μια φωνή "κυνηγά" την άλλη κατά τον πολυφωνικό κανόνα. Παρόμοιο είδος με το Catch είναι το Glee (εκ του glee χαρά). Περισσότερα στο βιβλίο Catch and Glee culture in eighteenth-century England. Τέλος, η μελωδία του "Επουράνιου Ανακρέοντα" επιλέχθηκε για τον Αμερικάνικο ύμνο το 1931. Γιαυτό και ο Κώστας Γιαννακίδης επικεφάλισε "Ο Έλληνας ποιητής της 4ης Ιουλίου"...άμα το ακούσει και κανείς άοινος προτεστάντης εθνικιστής πως η μελωδία του ύμνου του είναι μπεκρική, μπορεί και να παρεξηγηθεί.:-)...

Believe it or not, America has no national anthem. The USA being a dry country has been using without authorization a vulgar old english drinking song 
as recent as 1914, Congress refused to indorse the Star Spangled Banner which is the air of Anacreon In Heaven  (as quoted on cartoon by Robert Riplay in 1929 http://www.ripleysnewsroom.com/anthem/)




Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Τί σοι θέλεις γενέσθαι;Ψυχὴν ἐμὴν ἐρωτῶ (Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ)

(έμμετρη παρουσίαση της ασκητικής  χριστιανικής ψυχολογίας
από τον ποιητή Γρηγόριο Θεολόγο, εμπνευσμένο από Στωικούς και τον Αρχίλοχο,
 "Εἰς τὴν ἑαυτὸν ψυχὴν")


Τί σοι θέλεις γενέσθαι; Τί θέλεις για σένα να γίνει
Ψυχὴν ἐμὴν ἐρωτῶ. Ψυχή μου ρωτώ
Τί σοι μέγ΄ ἢ τί μικρὸν Τί μεγάλο για σένα ή κάτι μικρό
 Τῶν τιμίων βροτοῖσι;  απ' τα πολύτιμα μεταξύ των θνητών;
Ζήτει μόνον τι λαμπρὸν Ζήτα μόνο κάτι λαμπρό
 Καὶ δώσομεν προθύμως. και πρόθυμα θα δώσουμε
Θέλεις τὰ Γύγεώ σοι Θέλεις του Γύγη τ' αγαθά
Τοῦ Λυδίου γενέσθαι, του Λυδού να σου γίνουν
Καὶ δακτύλῳ τυραννεῖν, και με δαχτυλίδι να κυβερνάς
Τὴν σφενδόνην ἑλίσσων, τον κρίκο του στρίβοντας
 Κρύπτουσαν, εἰ κρύπτοιτο, να κρύβει, αν θα μπορούσε να κρύβεται
Φαίνουσαν, εἰ φαίνοιτο; να φανερώνει, αν θα μπορούσε να φαίνεται;
 Θέλεις τὰ Μίδεώ σοι Θέλεις του Μίδα
 Τοῦ πλουσίως θανόντος, που πέθανε πλούσιος,
ᾯ χρυσὸς ἦν τὰ πάντα, για αυτόν χρυσός ήταν όλα
 Χρυσοῦν φέροντα λιμὸν χρυσή φέρνοντας πείνα
 Εὐχῆς δίκην ἀμέτρου;  υπερφίαλης ευχής τιμωρία;
 Θέλεις λίθους διαυγεῖς, Θέλει πετράδια διαυγή,
 Πλάτη τε γῆς λιπώσης, και εκτάσεις εύφορης γης,
 Καὶ ποιμνίων ἀριθμούς, αριθμούς κοπαδιών,
 Βοῶν τε καὶ καμήλων; βοδιών και καμήλων;
 Οὐ ταῦτα δώσομέν σοι· δεν θα σου δώσουμε από αυτά·
Λαβεῖν γὰρ οὐδὲ λῷον,να τα πάρεις δεν είν' καλό
 Ἀλλ΄ οὔτ΄ ἔμοιγ΄ ἀνυστόνμα ούτε για με κατορθωτό
 Ἔῤῥιψα γὰρ μερίμνας,αφού πέταξα τις μέριμνες
 Ἀφ΄ οὗ Θεῷ προσῆλθον. από τότε που προσήλθα στο Θεό.
 Θέλεις θρόνους τε κ΄ ἀρχάς,Θέλεις θρόνους κι εξουσίες
 Καιροῦ φρύαγμα πίπτον, κομπασμό που με το χρόνο πέφτει
 Ἵν΄ αὔριον καθεσθῇς για να κάτσεις αύριο
 Κάτω βλέπων ταπεινόν,κάτω θωρώντας ταπεινό,
Ἄλλου τραχηλιῶντος,άλλο κεφάλι να σηκώνει
 Ὃς ἦν παραστάτης σοι, που σου ήταν βοηθός
 Τυχὸν δὲ καὶ κακῶν τις; ίσως και κάποιος απ' τους άχρηστους;
 Θέλεις γάμῳ δεθῆναι, Θέλεις με γάμο να δεθείς
 Βλακεύμασιν ἀνάγνοις,με βλακώδη κόλπα ανόσια,
 Καιροῖς δὲ συστραφῆναι· και στον καιρό να λυγίσεις
 Θέλεις νόσον γλυκεῖαν,Θέλεις αρρώστεια γλυκιά,
Εὐτεκνίας μέριμναν;  φροντίδα για πολλά, καλά παιδιά
 Εὐτεκνίαν δ΄ ἂν εἴπω  για την ευτεκνία να πω
Δυστεκνία, τί φήσεις;  για την δυστεκνία, εσύ τί θα πεις;
Θέλεις λόγοις βοᾶσθαι,Θέλεις με λόγους να σε επευφημούν
 Καὶ συλλέγειν θέατρα; και να γεμίζεις τα θέατρα;
 Ποθεῖς νόμους πιπράσκειν Ποθείς νόμους να πουλάς
 Οὐκ ἐνδίκοις παλαισμοῖς,με άδικους αγώνες
 Φέρειν τε καὶ φέρεσθαι να άγεις και να άγεσαι
 Πρὸ βημάτων ἀθέσμων; μπροστά σε βάθρα άνομα
Αἰχμὴν θέλεις τινάσσειν, θέλεις δόρυ να τινάζεις
 Πνέων ἀρήϊόν τι, ν' αποπνέεις πολέμου όψη
 Καὶ στέμμα τ΄ ἐξ ἀγώνων,και στεφάνι από αγώνες,
 Θηροκτόνον τε κάρτοςδύναμη ζώα να σκοτώνεις;
 Ποθεῖς κρότους ἐν ἄστει,Ποθείς της πόλης κρότους,
 Καὶ χάλκεος τυποῦσθαι; και χάλκινο να σου τυπώνουν άγαλμα;
 Σκιὰν θέλεις ὀνείρων,Σκιά θέλεις ονείρων,
 Μεταῤῥέουσαν αὖραν,που αλλάζει τη ροή του ανέμου,
 Ροῖζον βέλους ἀνίχνου,σύριγμα βέλους άιχνου,
 Ψόφον χερὸς κροτούσης;ήχο χειροκροτήματος;


Τί γὰρ μέγ΄ εὖ φρονοῦσι  τί λοιπόν ξεχωριστό σκέφτονται σωστά
Τῶν σήμερον μὲν ὄντων,όσοι σήμερα υπάρχουν,
Ἐς αὔριον δ΄ ἀπόντων; και αύριο θα σχολάσουν;
Ὧν καὶ κακοῖς μέτεστιν,σε αυτά και κακοί μετέχουν
Ὧν οὐ συνέρχεταί τι και απ' αυτά κάτι δεν πάει μαζί τους
Ἐντεῦθεν ἐξιοῦσιαπο δω με όσους θα φύγουν;
Τί οὖν; ἐπεὶ τάδ΄ οὐχί, Τί λοιπόν;όταν αυτά δεν θα υπάρχουν,
Τί σοι θέλεις γενέσθαι;Τί θέλεις;
Θέλεις θεὸς γενέσθαι, να γίνεις θεός,
Θεὸς Θεοῦ μεγίστου Θεός Θεού μεγίστου
Παραστάτης φαεινὸς,βοηθός φωταδερός
Σὺν ἀγγέλοις χορεύωνμε αγγέλους να χορεύεις;
Ἴθι, πρόβαινε, ταρσοὺς άντε, πρόβαλε, φτερά
 Ὀξυπτέρου μενοινῆς γοργοφτέρουγης λαχτάρας
Κυκλουμένη πρὸς ὕψος. κυκλοφέρνει κι ανεβαίνει.
Ἐγὼ πτερὸν καθαίρω  Εγώ φτερό το εξαγνίζω
Ἐγὼ λόγοις ἐπαίρω,και με λόγια το υψώνω
Ὡς εὔπτερόν τιν΄ ὄρνιν σαν γοργόφτερο πουλί
Ἐς αἰθέρα προπέμψω.στον αιθέρα θα σε στείλω
Σὺ δ΄, εἰπέ μοι, κάκιστον και συ πες μου άθλιο
Ὧ σαρκίον δυσῶδες, ω σαρκίο βρομερό
Ἐπεὶ συνεζύγην σοι, όταν έμπλεξα με σένα,
Ἡ δεσπότις μαγείρῳ,η αρχόντισσα με δούλο,
Τί σοι θέλεις γενέσθαι,τί θέλεις πια,
Πρὸς τὸ πνοὴν κρατεῖσθαι; για να κρατηθείς στη ζωή;
Οὐ γὰρ πλέον χρεωστῶ,πλέον δεν χρωστώ,
Κἂν πόλλ΄ ἔχειν βιάζῃ ακόμα κι αν πολλά πιέζεις να 'χεις
Θέλεις τράπεζαν εὔπνουν Θέλεις τραπέζι μυρωδάτο
Μύρων τε καὶ μαγείρων μ' αρώματα και μάγειρους
Σοφίσμασιν περισσοῖς; με συνταγές περίεργες;
Καὶ βαρβίτων χερῶν τε και χέρια που παίζουν κιθάρες
Κροτήματ΄ οὐκ ἄνοιστραήχους αισθησιακούς
Ἁβρῶν κλάσεις τε παίδων τρυφερών τσαλίμια αγοριών
Κινουμένων ἀνάνδρως που άνανδρα κουνιούνται
Καὶ παρθένων ἑλιγμοὺς και παρθένων στροφές
Γυμνουμένων ἀθέσμως; που γυμνώνοντ' ανόσια;
Ἃ τοῖς πότοις τυποῦσιν αυτά με τα ποτά κάνουν
Ὅσοι φιλοῦσιν ὕβριν,όσοι αγαπούν τα άκρα,
Τὸν μαινόλην ἑτοίμως τον φρενήρη προθύμως
Ὑποφλέγοντες οἶνον.σιγοκαίοντας οίνο
Ταῦτ΄ εἰ θέλεις παρ΄ ἡμῶν, αυτά αν θέλεις από μας
 Ἔχεις μέν, ἀγχόνην δέ! θα τα χεις μα και αγχόνη μαζί!
 Τοιαῦτα τοῖς ἀπλήστοις τέτοια στους άπληστους
 Ἐγὼ φίλοις πορίζω. εγώ φίλους δίνω.

Οἶκός σε πέτρινός τις Σπίτι πέτρινο εσέ
 Αὐτώροφος καλύπτῃ, αυτόροφο να στέγει
 ῍Η μικρὸν ἔργον ὥρας,ή ολιγόχρονης δουλειάς
 Εἰ δεῖ τι καὶ πονῆσαι. αν χρειαστεί να χτίσεις
 Τὸ δ΄ ἔσθος ᾖ καμήλων το ρούχο σου να 'ν' καμηλότριχο
Τρίχες, νόμῳ δικαίων, ερημιτών αγίων
 ῍Η καὶ δέρος, παλαιᾶς ή και από δέρμα, της αρχαίας
Γυμνώσεως κάλυμμα. γύμνωσης το κάλυμμα,
 Στιβὰς μὲν ἡ τυχοῦσα,στρώμα τυχαίο από
 Ποαὶ, κλάδοι τε θάμνων χόρτα, κλαδιά και θάμνους
 Ἅπλωμα πορφυροῦν τι, πάπλωμα θα 'ν' βασιλικό
 Καὶ συμπόταις ἀταρβέςγια καλεσμένους βολικό.
Τράπεζα δ΄ αὐτόθεν σοι Τραπέζι επιτόπου για σε
 Γλυκὺ πνέουσ΄ ἀνείσθω,γλυκύπνοο ας στρωθεί,
 Ἃ γῆ φίλη δίδωσιν όσα η φίλη δίνει γη
Ἄτεχνα δῶρα πᾶσιν.  δώρα απλά για όλους.
Ἐπεὶ δ΄ ἐθήκαμέν σε κι αφού σε εγκαταστήσαμε
 Καὶ θρέψομεν προθύμως. πρόθυμα θα σε ταΐσουμε
Θέλεις φαγεῖν;  ἔχ΄ ἄρτον. Θέλεις να φας; πάρε ψωμί
Ἔχ΄ ἄλφιτ΄, εἰ παρείη· πάρε αλεύρι αν υπάρχει
 Ἅλες δέ σοι τὸ πέμμααλάτι να 'ναι η σάλτσα σου
Θύμος θ΄ ὃν οὐ μετροῦμεν και θυμάρι αμέτρητο
 Ἀπραγμάτευτον ὄψον· άμοχθο αφέψημα·
Ἔνδεια δ΄ ἄλλο μεῖζον.η έλλειψη τροφής μόνο πιό μεγάλο κακό
Θέλεις πιεῖν; βρύει σοι θέλεις να πιείς; αναβλύζει σου
Ὕδωρ, κρατὴρ ἀείῤῥους,νερό, ποτήρι πάντα τρεχούμενο
Ποτὸν μέθης ἄποιον,ποτό που μέθη δεν προκαλεί
Ἀκλήματον γάνυσμαανάμπελο αγλάϊσμα.
Ζητεῖς δὲ καὶ τρυφᾶν τι; ζητάς τώρα κάτι να καλοπεράσεις;
Μηδ΄ ὀξίνης φθονείσθω.μηδέ ξινόκρασο αρνηθείς.
Ἀλλ΄ οὐ τάδ΄ ἀρκέσει σοι; μα ούτ΄ αυτά σου αρκούν;
 Τετρημένῳ ποθεῖς δὲ και με τρύπιο ποθείς
 Πίθῳ κακῶς ἐπαντλεῖν πίθο αμαρτωλό να αντλείς
 Τὰς ἡδονὰς ἀπλήστως; άπληστα τις ηδονές;
 Ἄλλον πόθει ποριστήν. άλλον πεθύμα πάροχο
 Ἐμοὶ γὰρ οὐ σχολή σε για μένα δεν ειν' παιχνίδι εσένα
 Θάλπειν σύνοικον ἐχθρὸν, να τρέφω συγκάτοικο κι εχθρό
Ἵν΄ ὡς ὄφις κρυμωθείς,με σκοπό σαν φίδι παγερό,
 Θέρμῃ δ΄ ἔπειτα λυθεὶς, με θέρμη αφού λυθείς,
 Ἐγκόλπιός με τρώσῃς,στην καρδιά μου με πληγώσεις,

 Θέλεις δόμους ἀμέτρους,Θέλεις σπίτια ατέλειωτα
 Χρυσωρόφους, γραφῆς τε  χρυσόροφα και γραφής
Καὶ ψηφίδος σοφισμούς,και πένας σοφίσματα,
Κινουμένους σχεδόν τι· σπαρταριστά 
Πλακός τε λάμψιν ἁβρᾶς και λάμψη κομψής πλάκας 
 Ἀντίχροον, πολύχρουν; αντίχρωμη, πολύχρωμη;
Θέλεις περιῤῥέουσαν θέλεις περίβλεπτο
 Ἐσθῆτα τῶν ἀθίκτων,ρούχο από τα αφόρετα
Ἐν δακτύλοις τε πλοῦτον, και στα δάχτυλα πετράδια
Γελώμενόν τε κάλλος καταγέλαστο κάλλος
 Τοῖς σωφρονεῖν μαθοῦσιν,για όσους μάθαν να σωφρονούν
Ἐμοὶ δὲ καὶ μάλιστα  και σε μένα προπαντός
Τί κάλλος ἐστὶν εἴσω; τί κάλλος υπάρχει μέσα μου;
 Τοῖς μὲν κάτω δὴ ταῦτα  με αφορμή τους από κάτω βέβαια τούτα
Ὑμῖν βροτοῖσι φάσκω,για σας τους θνητούς τα λέω
 Οἳ ζῆτε τὸ πρὸς ὥραν,που ζείτε εφήμερα,
 Μηδὲν πλέον βλέποντες. τίποτε πέρα απ' αυτό βλέποντας,
Τοῖς δ΄ εὐγενῶς βιοῦσιν,και σε αυτούς που ζουν ηθικά
 Ἐπαξίως τε μοίρας και αξιόμοιροι της μοίρας
Τῆς ἐκ Θεοῦ κραθείσης εκ θεού της μεμιγμένης
 Τῷ πηλινῷ πάχει μου με το πήλινο (σάρκινο) πάχος μου
 (Σκόπει πένητος ὄγκον),(Βλέπε του φτωχού το καύχος)
 Οἵαν τροφὴν χορηγῶ;τί λογής τροφή να δώσω;
 Δίελθέ μοι φλογώδη Πέρασέ μου φλόγινη
Ρομφαίαν, ὦ θεόφρον. ρομφαία μια, θεόφρονα
 Θείων γενοῦ γεωργὸς θείων γίνε γεωργός
 Φυτῶν Λόγῳ θαλλόντων,φυτών με Λόγο ανθίζοντας
 Ὧν μ΄ ἐστέρησεν ἐχθρὸς από όσα μου στέρησε ο εχθρός
Δι΄ ἡδονῆς συλήσας με ηδονή συλώντας με
Ξύλῳ πάλιν πρόσελθε και με ξύλο πάλι έλα
 Ζωῆς ἀεὶ μενούσης. της ζωής που πάντα μένει
 Ἡ δ΄ ἔστιν, ὡς ἀνεῦρον,και αυτή είν' ως ανακάλυψα
 Γνῶσις Θεοῦ μεγίστου, η γνώση του μέγιστου θεού
Φάους ἑνὸς τριλαμποῦς,του μοναδικού τρίλαμπου φωτός 
Πρὸς ὃν τὰ πάντα τείνει. Σε αυτόν τα πάντα τείνουν
 Οὕτω μὲν αὐτὸς αὑτῷ έτσι για τον εαυτό του
 Πᾶς τις σοφῶν λαλήσει. καθείς απ' τους σοφούς θα μιλήσει
 Ὃς δ΄ οὐ θέλει λαλῆσαι,και όποιος δεν θέλει να μιλήσει
Μάτην βίον παρῆλθεν,μάταια έζησε ζωή,
Εἴ περ μάτην παρῆλθεν,αν βέβαια μάταια πέρασε,
Μὴ σὺν κακῷ μεγίστῳ   μή με το μέγιστο φύγει στο τέλος κακό